Ακρόαση άρθρου......

Μελέτη για την Κακοποίηση/Βιαιότητα Ζώων & την Διαπροσωπική Βία: διερεύνηση της συσχέτισης | Το προφίλ του δράστη. Δείτε ακόμη το 1ο μέρος της έρευνας με τίτλο: Θεωρητικές προσεγγίσεις για την συσχέτιση κακοποίησης ζώων & διαπροσωπικής βίας και το 3ο μέρος με τίτλο: Κτηνοβασία, ψυχολογικό προφίλ δράστη & στατιστικά κακοποίησης ζώων στην Ελλάδα.

Περιεχόμενα

  • Εγκληματικός τρόπος σκέψης (ΕΤΣ)
  • Ψυχικές Διαταραχές & Διαταραχές Συμπεριφοράς
  • Ρύθμιση Συναισθημάτων, Επιθετικότητα & Ψυχοπαθητικότητα
  • Εκφοβισμός (Bullying)
  • Παρασυσσώρευση Ζώων
  • Ο ρόλος της κτηνιατρικής επιστήμης
  • Κίνητρα
  • Επίπεδα, Κατηγορίες & Μορφές Κακοποίησης

Εγκληματικός τρόπος σκέψης (ΕΤΣ)

Η βιαιότητα προς ανθρώπους και ζώα έχει συσχετιστεί με τον Εγκληματικό Τρόπο Σκέψης (στο εξής ΕΤΣ). Ο ΕΤΣ περιγράφει εκείνο το περιεχόμενο σκέψης, αλλά και την ανάλογη γνωστική επεξεργασία των νοητικών φαινομένων που συντελούν στην έναρξη και τη διατήρηση μίας εμμονικής παράνομης συμπεριφοράς με ψυχαναγκαστικό τρόπο (Walters, 2006, σ. 88). Ο ΕΤΣ έχει συσχετιστεί με την ενήλικη, αλλά και με την εφηβική αντικοινωνική συμπεριφορά γενικότερα (Simourd & Andrews, 1994).

Τα υψηλά επίπεδα ΕΤΣ φανέρωσαν υψηλά επίπεδα βίαιης εγκληματικής δραστηριότητας σε άνδρες φοιτητές που είχαν εμπλακεί σε διαπροσωπικά βίαια εγκλήματα, ενώ γυναίκες που είχαν διαπράξει εγκλήματα σχετικά με την ιδιοκτησία και βίαια διαπροσωπικά εγκλήματα, είχαν επίσης υψηλά επίπεδα ΕΤΣ. Γενικότερα,  άτομα με ψυχοπαθητικά χαρακτηριστικά, που δεν έχουν διαπράξει αδικήματα εις βάρος των ζώων, έχουν σκοράρει σε έρευνες υψηλά στην επίδειξης σκληρότητας προς άλλους, στον ναρκισσισμό (αίσθηση μεγαλείου, υποτίμηση, κλπ.), στην έλλειψη μεταμέλειας και σε συχνές αντικοινωνικές και παρορμητικές συμπεριφορές, όπως η κακοποίηση ζώων (Habel κ.ά., 2002).

Ωστόσο, δεν έχουν διενεργηθεί επαρκείς έρευνες που να αφορούν ανάλογα κοινωνιοπαθητικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, σαν τα παραπάνω, όσων κακοποιούν ζώα (Schwartz κ.ά., 2012). Άνδρες και γυναίκες που κακοποιούν ζώα, έχουν υψηλά επίπεδα ΕΤΣ, άρα, είναι πιο επιρρεπείς να διαπράξουν κι άλλα αδικήματα κατά ανθρώπων.

Ψυχικές Διαταραχές & Διαταραχές Συμπεριφοράς

Η βιαιότητα προς τα ζώα εισήχθη ως κριτήριο για την Αντικοινωνική Διαταραχή Προσωπικότητας από το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο για τις Ψυχικές Διαταραχές (3η έκδοση), μόλις το 1987 και διατηρήθηκε ως κριτήριο και στην 4η (1994) και στην 5η (2013) (βλ. Διαταραχή Διαγωγής παρακάτω).

«Η Αντικοινωνική Διαταραχή Προσωπικότητας χαρακτηρίζεται από την ανικανότητα συμμόρφωσης με τους κοινωνικούς κανόνες, που διέπουν τη συμπεριφορά των ατόμων. Συνήθως σχετίζεται, αλλά δεν είναι αυστηρά συνώνυμη με την εγκληματικότητα. Οι ασθενείς είναι παρορμητικοί, εγωκεντρικοί, ανεύθυνοι, ανυπόμονοι και ανίκανοι να ανεχθούν τη ματαίωση, απορρίπτουν την εξουσία ή την πειθαρχία και δε διαθέτουν επαρκώς αναπτυγμένη συνείδηση.» (Sadock & Sadock, 2005).

Τυπικές εμπειρίες, που αφορούν στην παιδική ηλικία, περιλαμβάνουν το ψέμα, το σκασιαρχείο, τη φυγή από το σπίτι, τις κλοπές, τους καυγάδες, την κατάχρηση ουσιών και τις παράνομες δραστηριότητες. Η αχαλίνωτη σεξουαλική ζωή, η κακοποίηση συζύγου και παιδιών και η οδήγηση σε κατάσταση μέθης είναι συχνά (Sadock & Sadock, 2005).

Σύμφωνα με έρευνα (Gleyzer κ.ά., 2002), βρέθηκε ότι υπάρχει συσχέτιση μεταξύ του ιστορικού κακοποίησης ζώων σε μικρή ηλικία και της ανάπτυξης Αντικοινωνικής Διαταραχής Προσωπικότητας στην ενήλικη ζωή, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι όλοι θα αναπτύξουν απαραίτητα τη διαταραχή. Ωστόσο, η εν λόγω έρευνα (Gleyzer κ.ά., 2002) και άλλες καταλήγουν στο ότι η ύπαρξη συμπεριφορών κακοποίησης ζωών δεν είναι απαραίτητα αποτέλεσμα προσωπικής κακοποίησης.

ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΔΕΝ ΔΙΑΛΕΞΑ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΜΟΥ
3 Μήπως μεγάλωσες και εσύ με γονείς που ήταν απόμακροι; Δύστροποι; Εγωκεντρικοί; Απορριπτικοί; Ελεγκτικοί; Επικριτικοί; Μη-διαθέσιμοι;
Ανακάλυψε τους τέσσερις τύπους τοξικών-ανώριμων γονέων

Το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο για τις Ψυχικές Διαταραχές (DSM-4η έκδ.η-1994 & DSM-5η έκδ.-2013) ορίζει τη Διαταραχή Διαγωγής (ή Δ.Δ.) ως «ένα επαναλαμβανόμενο και επίμονο μοτίβο συμπεριφοράς κατά το οποίο παραβιάζονται τα βασικά δικαιώματα των άλλων ή σημαντικές κατάλληλες ηλικιακές και κοινωνικά αποδεκτές νόρμες ή κανόνες».

Υπάρχουν δυο υπότυποι:

  1. Τύπος παιδικής έναρξης με παρουσία τουλάχιστον μιας χαρακτηριστικής της διαταραχής συμπεριφοράς πριν τα 10 έτη. Είναι συνήθως αγόρια με επιθετικότητα προς τους άλλους και διαταραγμένες σχέσεις με τους συνομηλίκους, που αναπτύσσουν την διαταραχή πριν την ήβη. Έχει χειρότερη πρόγνωση μεταπίπτοντας σε αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας.
  2. Τύπος εφηβικής έναρξης που είναι ηπιότερος, με καλύτερες σχέσεις με τους συνομηλίκους, έχει καλύτερη πρόγνωση και η σχέση αγοριών:κοριτσιών είναι πιο ισόρροπη.

Μεταξύ των συμπτωμάτων της εν λόγω διαταραχής είναι η απάτη ή κλοπή, η καταστροφή περιουσίας, η επιθετικότητα σε ανθρώπους και ζώα (Ascione, 2001) και η σοβαρή παραβίαση κανόνων (APA-DSM, 2013). Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι τα ζώα δεν συγκαταλέγονται στην καταστροφή ιδιοκτησίας, δηλαδή δε θεωρούνται πράγματα, κάτι που ο Αμερικάνικος Ψυχιατρικός Σύλλογος (1994) ξεκαθάρισε περιλαμβάνοντας την επιθετικότητα προς τα ζώα στην επιθετικότητα προς ανθρώπους.

Εκτιμάται ότι συναντάται στο 2% με 9% του γενικού πληθυσμού, ενώ ένα ικανοποιητικό ποσοστό παιδιών με εκδήλωση συμπτωμάτων Δ.Δ. στην εφηβεία, πληρούν κριτήρια για την εμφάνιση της Αντικοινωνικής Δ.Π. στην ενήλικη ζωή (Miller, 2001). Σύμφωνα με αναφορές γονέων που έχουν παιδιά με Δ.Δ., η μέση ηλικία εμφάνισης συμπεριφοράς βιαιότητας γενικότερα και προς τα ζώα ειδικότερα εντοπίζεται σε ηλικία 6,5 ετών, δηλαδή νωρίτερα από τον σχολικό ή κοινωνικό εκφοβισμό (bullying), τη βιαιότητα προς τους ανθρώπους, τον βανδαλισμό ή τον εμπρησμό.

Η κακοποίηση ζώων μπορεί να ποικίλει ανάλογα με τη συχνότητα, τη σοβαρότητα και τη χρονιότητα και κυμαίνεται από την «ανώριμη» ενόχληση ζώων, όπως το τράβηγμα ουράς έως τον σοβαρό τραυματισμό ζώων, τη ζωοκλοπή και τον πυρπολισμό ζώων (Ascione, 2001). Η βιαιότητα προς τα ζώα μπορεί να είναι ένα από τα πρώτα συμπτώματα της Διαταραχής Διαγωγής σε νέα παιδιά και θα έπρεπε να αποτελεί ένα σημαντικό σημάδι για την εμφάνιση της, καθώς εμφανίζεται στο 25% των παιδιών με Δ.Δ. (Arluke κ.ά., 1999 ως αναφέρεται στο Miller, 2001).

ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΔΕΝ ΔΙΑΛΕΞΑ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΜΟΥ
3 Μήπως μεγάλωσες και εσύ με γονείς που ήταν απόμακροι; Δύστροποι; Εγωκεντρικοί; Απορριπτικοί; Ελεγκτικοί; Επικριτικοί; Μη-διαθέσιμοι;
Ανακάλυψε τους τέσσερις τύπους τοξικών-ανώριμων γονέων

Κατά την έρευνα των Arluke κ.ά. (1999) σε ενήλικες, όσοι είχαν κατηγορηθεί για κακοποίηση ζώου σε παιδική/εφηβική ηλικία ήταν πιο πιθανό να συλληφθούν ως ενήλικες για βίαια αδικήματα, αδικήματα ιδιοκτησίας, ναρκωτικών ουσιών ή ένεκα ψυχικών διαταραχών.

Πέραν των ανωτέρω ψυχικών διαταραχών, διαταραχές χρήσης αλκοόλ, το οικογενειακό ιστορικό αντικοινωνικών συμπεριφορών, η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, η παθολογική ενασχόληση με τυχερά παίγνια και η ιστριονική διαταραχή προσωπικότητας, έχουν συσχετιστεί με την βιαιότητα προς τα ζώα (Vaugn κ.ά, 2009).

Η κακοποίηση ζώων δε συγκαταλέγεται στα διεθνή συστήματα καταγραφής της νεανικής εγκληματικότητας, παρά τη διεθνή νομικά αναγνώριση της συνάφειάς τους (Ascione, 2001). Μόλις τον Ιανουάριο του 2016, το FBI πρόσθεσε τη βιαιότητα προς τα ζώα ως ξεχωριστή κατηγορία στην Υπηρεσιακή Αναφορά Εγκλημάτων, ένα διεθνές σύστημα αναφοράς εγκλημάτων που συχνά χρησιμοποιείται για έρευνες ανθρωποκτονιών. Αυτά τα δεδομένα κάνουν φανερό το γεγονός ότι τα άτομα που κακοποιούν ζώα δεν είναι επικίνδυνα μόνο στα ζώα-θύματά τους, αλλά θέτουν σε κίνδυνο και την ανθρώπινη ευζωία (Ascione, 2001).

Ρύθμιση Συναισθημάτων, Επιθετικότητα & Ψυχοπαθητικότητα           

Δεκάδες έρευνες έχουν προσπαθήσει να εντοπίσουν τα πρώιμα σημάδια που προμηνύουν την ανθρώπινη επιθετικότητα και βία προς ανθρώπους και ζώα. Πολλές από αυτές έχουν εστιάσει, πέραν από εξωτερικευμένες συμπεριφορές, στην ανάδειξη των ψυχικών χαρακτηριστικών τέτοιων δραστών, όπως η ψυχοπάθεια.

Σύμφωνα με τον Hare (1996, σελ. 26), η ψυχοπάθεια περιγράφεται καλύτερα από τη συμπεριφορά εκείνων που «ως θηρευτές εντός του είδους τους χρησιμοποιούν την γοητεία, την χειραγώγηση, την υποτίμηση και τη βία για να ελέγξουν τους άλλους και να ικανοποιήσουν τις δικές τους εγωιστικές ανάγκες. Έχοντας έλλειψη ηθικής συνείδησης και συναισθημάτων για τους άλλους, παίρνουν με ψυχρότητα αυτό που θέλουν και κάνουν αυτό που τους ευχαριστεί, παραβιάζοντας ηθικούς κανόνες και προσδοκίες χωρίς την παραμικρή αίσθηση ενοχής ή μεταμέλειας».

Η ψυχοπάθεια έχει συσχετιστεί με ποικίλες βίαιες συμπεριφορές, όπως η κακοποίηση ζώων (Rock κ.ά., 2020).

Διάφορες έρευνες εξέτασαν το ενδεχόμενο συσχέτισης κακοποίησης ζώων και ψυχοπάθειας. Τα ευρήματα έδειξαν ότι η κακοποίηση ζώων σχετίζεται με σκληρά και απαθή χαρακτηριστικά ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες δράστες κακοποίησης ζώων (Dadds, Whitting & Hawes, 2006) και σε έγκλειστους ψυχικά ασθενείς (Stupperich & Strack, 2016).

Η δεύτερη έρευνα έδειξε ότι επιβεβαιώνεται η συσχέτιση της κακοποίησης ζώων με την μελλοντική διάπραξη σαδιστικών εγκλημάτων.

Ο σαδισμός, δηλαδή η απόλαυση πρόκλησης πόνου σε άλλο έμβιο ον και η ψυχοπάθεια συνδέονται στενά με την κακοποίηση ζώων. Επίσης, σε δείγμα διακοσίων δεκατεσσάρων (214) φυλακισμένων με ιστορικό κακοποίησης ζώων, αναδείχθηκε ότι το 21,5% είχε υψηλό σκορ σε ερωτηματολόγιο ψυχοπάθειας (Rock κ.ά., 2020).

Πολλές ακόμα έρευνες έχουν συνδέσει την κακοποίηση ζώων με άλλες μορφές εγκλημάτων, αντικοινωνικών και βίαιων συμπεριφορών, όπως αδικήματα ναρκωτικών, ιδιοκτησίας και δημοσίας διατάραξης (Arluke κ.ά., 1999). Επιπλέον, η κακοποίηση ζώων φάνηκε να αποτελεί προβλεπτικό παράγοντα για μελλοντική βίαιη ή μη-βίαιη διάπραξη εγκλημάτων, ενώ η διαπροσωπική εχθρικότητα και η σκληρότητα/απάθεια ήταν κοινά στην κακοποίηση ζώων και στην παραβατικότητα γενικά (Walters, 2014).

Σε έρευνα σχολικών αιματοχυσιών με εικοσιτρεις (23) δράστες από το 1988 έως το 2012, βρέθηκε ότι το 46% είχε διαπράξει κακοποίηση ζώων προτού διαπράξει πυροβολισμούς σε σχολείο με θύματα άλλους μαθητές (Arluke & Madfis, 2014). Οι επιθετικοί εγκληματίες είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν διαπράξει στο παρελθόν βιαιότητα προς τα ζώα από τους μη επιθετικούς εγκληματίες ή τους μη εγκληματίες γενικά (Kellert & Felthous, 1985).

Έχει γίνει, επίσης, προσπάθεια να εξηγηθεί η ανθρώπινη επιθετικότητα και η βίαιη συμπεριφορά με ψυχολογικούς μηχανισμούς (Parfitt & Alleyne, 2018). Αρχικά, η πρώτη εξήγηση αναφέρεται στην Υπο-Ρύθμιση των Συναισθηματικών Αντιδράσεων (Under-Regulation), σύμφωνα με την οποία το άτομο έχει μειωμένη ικανότητα να αποφύγει ή να καταπιέσει συναισθηματικές αντιδράσεις. Έτσι, αποτυγχάνει διαχειριστεί το συναίσθημα του θυμού και κατ΄ επέκταση να καταστείλει παρορμητικές αντιδράσεις, όπως η επιθετικότητα και να επιτύχει τους επιθυμητούς στόχους του (Greenberg, Elliot & Pos, 2007).

Η επιθετικότητα σε αυτά τα άτομα εξυπηρετεί στο να 1) επιδιορθώσουν, 2) να τερματίσουν ή 3) να αποφύγουν την εσωτερική τους δυσφορία (Gardner & Moore, 2008).

Η δεύτερη εξήγηση αναφέρεται στην Κακή Ρύθμιση των Συναισθηματικών Αντιδράσεων (Mis-Regulation), σύμφωνα με την οποία το άτομο καταστέλλει την ανάπτυξη οποιουδήποτε συναισθηματικού βιώματος. Η καταπίεση συναισθημάτων μπορεί να έχει σωματικές, ψυχικές και κοινωνικές συνέπειες για το άτομο. Το να καταπιέζεις ένα συναίσθημα, όπως ο θυμός, όχι μόνο δεν συμβάλλει στην διαχείρισή του, αλλά μπορεί να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα.

Δηλαδή, μπορεί να λειτουργεί αθροιστικά, έως ότου το άτομο οδηγηθεί σε μία υπέρμετρη έκφραση κι εκτόνωση του. Η καταπίεση συναισθημάτων μπορεί να έχει κι άλλα κόστη, όπως αυξημένα επίπεδα άγχους και στρες, χαμηλότερα επίπεδα αυτοπεποίθησης, φτωχά κοινωνικά δίκτυα και αυξημένη σωματική διέγερση (Hoffman, Heering, Sawyer & Asnaani, 2009, Gross & John, 2003· Moore, Zoellner & Mollenholt, 2008· Roberton, Duffern & Bucks, 2014).

Το άτομο καλείται να εκπαιδευτεί και να αποκτήσει συναισθηματική επίγνωση (να αναγνωρίζει το συναίσθημά του), συναισθηματική αποδοχή (να αποδέχεται τα συναισθήματά του και να μην τα επικρίνει ως κακά) και να έχει πρόσβαση σε στρατηγικές, ώστε να διαχειρίζεται γνωστικά και συναισθηματικά τον ψυχισμό του και εκφράζει λειτουργικά τα συναισθήματά του (Parfitt & Alleyne, 2018).  

Εκφοβισμός (Bullying)

Η βιαιότητα προς τα ζώα και ο εκφοβισμός αποτελούν δύο (2) από τα δεκαπέντε (15) μοτίβα συμπεριφορών που χρησιμοποιούνται για να διαγνωσθεί η Διαταραχή Διαγωγής (DSM5, 2013), ενώ και οι δύο συμπεριφορές μπορεί να εξυπηρετούν ως συμπεριφορικοί δείκτες ενδεχόμενης παραβατικότητας (Walters, 2019).

Πλειάδα ερευνών έχει βρει ότι υπάρχει θετική συσχέτιση ανάμεσα στην βιαιότητα προς τα ζώα και στην άσκηση εκφοβισμού, αλλά και την θυματοποίηση που προκύπτει από αυτό (Baldry, 2005· Gullone & Robertson, 2008· Henry & Sanders, 2007). Συγκεκριμένα, η βιαιότητα προς τα ζώα συσχετίστηκε θετικά με τον σωματικό και τον λεκτικό εκφοβισμό (Baxendale κ.ά., 2015· Henry & Sanders, 2007) και η σχέση αυτή ήταν παρούσα και στα αγόρια και στα κορίτσια (Baldry, 2005).

Έρευνα σε 185 άνδρες φοιτητές έδειξε ότι όσοι ασκούσαν εκφοβισμό, ήταν πιο πιθανό να κακοποιήσουν ζώα επαναλαμβανόμενα (Henry & Sanders, 2007). Επίσης, σε άλλη έρευνα, 1 στους 5 εφήβους (12-16 ετών) είχε κακοποιήσει ζώο ή είχε ασκήσει εκφοβισμό, ενώ το να είναι κάποιος μάρτυρας κακοποίησης ζώου σε μικρότερη ηλικία, ενίσχυε την πιθανότητα μετέπειτα εμπλοκής του σε κακοποίηση ζώου, αλλά και στην άσκηση εκφοβισμού (Gullone & Robertson, 2008· Schwartz κ.ά., 2012).

Συγκεκριμένα, όσον αφορά τους άνδρες, η άσκηση εκφοβισμού, ήταν ο πιο προβλεπτικός παράγοντας για κακοποίηση ζώου, ενώ στις γυναίκες το να είναι μάρτυρες κακοποίησης ζώου αρκούσε για να προβούν και οι ίδιες σε κακοποίηση ζώου (Schwartz κ.ά., 2012). Άλλη έρευνα αναφέρει ότι τα αγόρια ασκούσαν συχνότερα εκφοβισμό από ό,τι τα κορίτσια και προκαλούσαν πόνο και ταλαιπωρία σε πιο ευάλωτα άτομα (Baldry, 2005). Το συγκρουσιακό οικογενειακό περιβάλλον βρέθηκε να είναι παράγοντας κινδύνου για κακοποίηση ζώου από εφήβους, ενώ η θυματοποίηση εφήβων από συνομηλίκους ήταν παράγοντας κινδύνου ώστε να γίνουν και οι ίδιοι δράστες (Gullone & Robertson, 2008).

Ακόμα, το να είναι κανείς μάρτυρας βιαιότητας προς ένα ζώο είναι σημαντικός προγνωστικός παράγοντας άσκησης εκφοβισμού, όπως επιβεβαιώθηκε από έρευνα με 241 εφήβους ηλικίας 12-16 ετών (Gullone & Robertson, 2008). Επιπλέον, όσοι είχαν εμπλακεί σε επαναλαμβανόμενα επεισόδια βιαιότητας προς ζώα ήταν περισσότερο πιθανό να γίνουν δράστες ή να έχουν υπάρξει θύματα εκφοβισμού, από εκείνους που είχαν κακοποιήσει ζώο μόνο μία φορά ή δεν είχαν κακοποιήσει ποτέ (Henry & Sanders, 2007). Ωστόσο, ορισμένες έρευνες δεν βρήκαν να υπάρχει συσχέτιση μεταξύ βιαιότητας προς ζώα και θυματοποίησης από εκφοβισμό (Boat κ.ά., 2011).

Η άσκηση εκφοβισμού και η θυματοποίηση συσχετίστηκε και με χαμηλά επίπεδα ευαισθησίας προς τα ζώα, δηλαδή με χαμηλή ενσυναίσθηση προς αυτά (Henry & Sanders, 2007). Έρευνα με 1170 άρρενες εφήβους έδειξε ότι η βιαιότητα προς τα ζώα και ο εκφοβισμός συμβάλλουν στην όξυνση της μελλοντικής παραβατικότητας κι αυτό λαμβάνει χώρα μέσω της ανάπτυξης της ηθικής αποστασιοποίησης ενός ατόμου, μίας πλευράς του εγκληματικού τρόπου σκέψης που αποκτά μέσω αυτών των συμπεριφορών (Walters, 2019).

Η αντικοινωνική και παραβατική συμπεριφορά ήταν τρεις (3) με πέντε (5) φορές υψηλότερη στους συμμετέχοντες της έρευνας με ιστορικό εκφοβισμού (Vaugn κ.ά., 2010). Επιπρόσθετα, συγκριτική μελέτη 28 ερευνών σχετικά με τον εκφοβισμό και την παραβατικότητα αποκάλυψε ότι ο σχολικός εκφοβισμός αποτελεί ισχυρό και συγκεκριμένο παράγοντα κινδύνου για μετέπειτα παραβατική συμπεριφορά μέσα στα επόμενα 1 έως 11 χρόνια (Ttofi, Farrington, Lösel & Loeber, 2011).

Επιπλέον έρευνες επιβεβαίωσαν τη συσχέτιση αυτή (Bender & Losel, 2011· Walters & Espelage, σε εφημερίδα) και συγκεκριμένα με διάφορες αντικοινωνικές συμπεριφορές, όπως αυτό-αναφερόμενη παραβατικότητα, βία, επιθετικότητα, χρήση ναρκωτικών ουσιών, παρορμητικότητα και ψυχοπάθεια.

Η έκθεση σε συγκρούσεις και επιθετικότητα από ενηλίκους (Schwartz, Dodge, Pettit, & Bates, 1997), η βία μεταξύ συντρόφων (Bauer κ.ά., 2006) και η βία που προβάλλεται από τα Μ.Μ.Ε. (Lee & Kim, 2004) έχουν επίσης συσχετιστεί με αυξανόμενη εμπλοκή σε συμπεριφορές εκφοβισμού. Τέλος, η βιαιότητα προς τα ζώα και ο εκφοβισμός δεν αποτελούν μόνο πρώιμους συμπεριφορικούς δείκτες για πιθανή μελλοντική παραβατικότητα, αλλά παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και διατήρηση αυτή της εγκληματικής συμπεριφοράς (Walters, 2019).

Παρασυσσώρευση Ζώων

Αν και η παρασυσσώρευση ζώων αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο για την καλύτερη περιγραφή και την κατανόησή του, εδώ θα περιοριστώ στην αναφορά διάφορων καίριων σημείων από την μελέτη μου «Το φάσμα της κακοποίησης ζώων· η παρασυσσώρευση».

Τα άτομα αυτά «…περισυλλέγουν ολοένα και περισσότερα ζώα συντροφιάς κυρίως στον χώρο που διαμένουν οι ίδιοι, μη μπορώντας να ανταπεξέλθουν εν συνεχεία στην φροντίδα και τις ανάγκες τους, τη σίτιση, την κτηνιατρική φροντίδα, το κατάλυμα και την καθαριότητα τους, αλλά ούτε και στην φροντίδα του εαυτού τους, με αποτέλεσμα οι ίδιοι αλλά και τα περισσότερα ζώα να ασθενούν σοβαρά, κάποια να πεθαίνουν ή και να αλληλοσπαράζονται. Τα άτομα πάσχουν ήδη ή και καταλήγουν να πάσχουν εξαιτίας των συνθηκών διαβίωσης από παθολογικά προβλήματα. Δεν έχουν επίγνωση του πόνου και της ταλαιπωρίας των ζώων που συχνά φυλακίζουν, αλλά ούτε και της δική τους σωματικής και ψυχικής κατάστασης που χρήζει άμεσης ιατρικής αντιμετώπισης.»

«Εκτιμήσεις ερευνών από ζωοφιλικούς οργανισμούς και φιλανθρωπικές οργανώσεις προτείνουν ότι καταγγέλλονται κατά προσέγγιση 3000 υποθέσεις στις Η.Π.Α. ετησίως. Έρευνες κοινωνικών λειτουργών που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα δείχνουν ότι στο 70-90% των περιπτώσεων υπάρχει ακατάλληλη υγιεινή στα εν λόγω σπίτια και υψηλός κίνδυνος για πρόκληση επικίνδυνων ασθενειών στους ίδιους τους ενοίκους, αλλά και την ευρύτερη κοινωνία, ανάγοντάς το ως πρόβλημα δημόσιας υγείας, ποσοστό που στην παρασυσσώρευση αντικειμένων είναι σαφώς μικρότερο. Τα ούρα και τα κόπρανα των ζώων συνήθως βρίσκονται παντού, στα πατώματα και τους τοίχους με αποτέλεσμα η συγκέντρωση αμμωνίας και αέριων οργανικών ρύπων στον χώρο να προκαλούν κρίσιμα θέματα υγείας. Μελέτες περιπτώσεων δείχνουν ότι το 31% με 100% όσων παρασυσσωρεύουν ζώα το κάνουν και με αντικείμενα. Εξαιτίας της υπερσυγκέντρωσης ζώων και άχρηστων αντικειμένων και σκουπιδιών, πολλές καθημερινές φυσιολογικές δραστηριότητες του ατόμου επηρεάζονται σοβαρά, όπως ο ύπνος, το μπάνιο, το μαγείρεμα, κλπ., ενώ πολύ βασικοί χώροι, όπως η κουζίνα και η τουαλέτα δεν μπορούν πλέον να χρησιμοποιηθούν. Πολλές φορές παρατηρείται τα τζάμια του σπιτιού να είναι καλυμμένα με εφημερίδες έτσι ώστε να μην βλέπει κανείς εντός. Το άτομο αδυνατεί πλέον να μεριμνήσει για την φροντίδα των ζώων, αλλά και την προσωπική του υγιεινή. Δεν έχει επίγνωση της νοσηρής κατάστασής του κι αυτό δυσκολεύει οποιαδήποτε εξωγενή παρέμβαση. Διατηρεί έντονη αντίσταση έως και εκδήλωση επιθετικότητας όταν πρόκειται να αποχωριστεί τα ζώα του, είτε με νέες υιοθεσίες ή φιλοξενίες είτε με παροχή κτηνιατρικής φροντίδας, ακόμα κι όταν είναι δωρεάν, από φόβο μήπως τα αποχωριστεί διά παντός ή πάθουν κάτι κακό.»

«Λιγοστές είναι οι έρευνες που αναφέρουν αναλυτικά τις επιπτώσεις της παρασυσσώρευσης πάνω στα ζώα. Έρευνα του 2016 που περιελάμβανε 408 σκύλους, που διασώθηκαν από συνθήκες παρασυσσώρευσης, αναφέρει ότι αυτοί οι σκύλοι είχαν φοβικές αντιδράσεις απέναντι στους ανθρώπους:

  • φοβόνταν άγνωστους ανθρώπους λόγω της ελλιπούς κοινωνικοποίησης τους,
  • παρουσίαζαν ούρηση στην θέα ανθρώπου από φόβο, λόγω της απομόνωσής τους και
  • επιδείκνυαν μεγάλη ευαισθησία ακόμα και σε ένα απαλό ανθρώπινο χάδι, εξαιτίας της ελάχιστης επαφής με ανθρώπους.»

Ο Ρόλος της Κτηνιατρικής Επιστήμης

Η επιστήμη της κτηνιατρικής έχει αναγνωρίσει της σημασία της βιαιότητας προς τα ζώα για την κοινωνία κι έχει κρίνει ότι η κτηνιατρική εγκληματολογία και η κτηνιατρική πραγματογνωμοσύνη είναι απαραίτητες γνώσεις για έναν κτηνίατρο, προσαρμόζοντας πλέον αναλόγως την σχετική ακαδημαϊκή εκπαίδευση των κτηνιάτρων σε διάφορες χώρες. Οι κτηνίατροι μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στην πρόληψη και αντιμετώπιση του φαινομένου της κακοποίησης ζώων, καθώς είναι αυτοί που έρχονται σε επαφή καθημερινά με δεκάδες ζώα και μπορούν να κρίνουν τη συμπεριφορά και τη φυσική κατάσταση τους.

Ωστόσο, είναι συχνό η παροχή των κτηνιατρικών υπηρεσιών να περιορίζεται σε πολύ βασικά σημεία και να παραβλέπεται η τυχόν αναγνώριση κακοποιητικής συμπεριφοράς προς τα ζώα. Τουλάχιστον τέσσερις (4) χώρες έχουν δώσει έμφαση στην θεσμοθέτηση τέτοιων νομοθετημάτων και πολιτικών αντιμετώπισης, μέσω των κτηνιατρικών τους συλλόγων, όπως οι Η.Π.Α., ο Καναδάς, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Νέα Ζηλανδία (Lockwood & Arkow, 2016· Watson & Baucom, 2020).

Συγκεκριμένα, από τον Οκτώβριο του 2019, δεκαοκτώ (18) Πολιτείες των Η.Π.Α. απαιτούν από τους κτηνιάτρους να αναφέρουν υποπτευόμενη κακοποίηση ζώων, μερικές συστήνουν ανάλογη αναφορά και κάποιες βρίσκονται σε αναμονή νομοθετημάτων που θα υποχρεώνουν για ανάλογες κτηνιατρικές αναφορές (American Veterinary Medical Association, 2020· Watson & Baucom, 2020).

Οι χώρες αυτές έχουν αναγνωρίσει τη σύνδεση μεταξύ κακοποίησης ζώων και διαπροσωπικής ή ενδοοικογενειακής βίας κι έχουν δώσει προτεραιότητα στην αναγνώριση της κακής μεταχείρισης των ζώων. Επίσης, προτρέπουν στην άμεση καταγγελία και αναφορά τέτοιων περιστατικών σε αρμόδιες Αρχές, εάν ο ιδιοκτήτης του ζώου δεν συνεργαστεί ή συμμορφωθεί ή σε περίπτωση που αναγνωριστεί ή υποπτευθεί βίαιη συμπεριφορά προς τα ζώα (Lockwood & Arkow, 2016).

Κίνητρα

Τα κίνητρα πίσω από την κακοποιητική συμπεριφορά προς τα ζώα (Kellert & Felthous, 1985· Kellert & Felthous, 1987b) έχουν περιγραφεί ήδη σε προηγούμενο άρθρο και επιβεβαιώνονται και σε άλλες μελέτες στη διεθνή βιβλιογραφία. Ωστόσο, περιγράφονται κι εδώ:

  • Άσκηση ελέγχου σε ένα ζώο (π.χ.υπερβολική και σκληρή σωματική τιμωρία για να ελεγχθεί ή να καθοριστεί η συμπεριφορά ενός ζώου ή για να εξαλειφθούν ανεπιθύμητα συμπεριφορικά χαρακτηριστικά)
  • Εκδίκηση κατά ενός ζώου (π.χ. επιβολή ακραίας τιμωρίας ή εκδίκηση λόγω ανεπιθύμητης συμπεριφοράς, το ζώο έκανε κάτι «λάθος»)
  • Ικανοποίηση μίας πρόληψης εις βάρος ενός είδους ή φυλής ζώου [π.χ. βίαιη και σαδιστική συμπεριφορά λόγω προλήψεων για ποντίκια, φίδια, μαύρες γάτες, σκύλους pit-bull]
  • Έκφραση επιθετικότητας του ατόμου προς άλλο άτομο μέσω ενός ζώου (π.χ. το ζώο ως μέσο-δέκτης επιθετικότητας, εκπαίδευση ενός ζώου για να επιτίθεται, χρήση επιβαλλόμενου πόνου για τη δημιουργία ενός «άγριου» σκύλου)
  • Ενίσχυση προσωπικής επιθετικότητας (π.χ. χρήση ενός ζώου ως θύματος για εξάσκηση βίας και βελτίωση επιθετικών ικανοτήτων ή εντυπωσιασμού άλλων για την βιαιότητά τους)
  • Για λόγους «ψυχαγωγίας» (π.χ. να εκπλήσσει ή να διασκεδάσει άλλους)
  • Εκδίκηση κατά άλλων ατόμων (π.χ. εκδίκηση κατά άλλου βλάπτοντας το κατοικίδιο του)
  • Μετάθεση της εχθρικότητας από ένα άτομο σε ένα ζώο (π.χ. επιθετικότητα προς ένα αθώο ζώο αντί προς έναν άνθρωπο με «εξουσία»-γονείς για το οποίο υπάρχει μίσος ή φόβος, συχνά λόγω κακοποίησης από γονείς ή απόρριψης από συνομηλίκους)
  • Άτυπος σαδισμός (π.χ. επιθυμία για πρόκληση πόνου, βασανιστηρίων ή θανάτου, οποιαδήποτε βίαιη συμπεριφορά προς ζώα χωρίς συγκεκριμένο πλαίσιο, λόγο ή εχθρικό αίσθημα προς το συγκεκριμένο ζώο)

Επίσης, οι Ascione, Thompson & Black (1997) πρότειναν ένα σύνολο κινήτρων που σχετίζονται με αναπτυξιακούς παράγοντες στους εφήβους (Ascione, 2001), όπως:

  • Περιέργεια & εξερεύνηση (π.χ. το ζώο τραυματίζεται ή πεθαίνει κατά τη διάρκεια εξέτασης του από συνήθως νεαρό ή υστερημένο νοητικά παιδί)
  • Πίεση συνομηλίκων (π.χ. συνομήλικοι μπορεί να ενθαρρύνουν την κακοποίηση ζώου ή να το απαιτήσουν ως τελετή μύησης στην παρέα)
  • Ενίσχυση διάθεσης (π.χ. κακοποίηση ζώου με σκοπό την ανακούφιση από ανία ή κατάθλιψη)
  • Σεξουαλική ευχαρίστηση (π.χ. κτηνοβασία)
  • Επιβαλλόμενη βία (π.χ. το παιδί καταναγκάζεται να κακοποιήσει ένα ζώο από ένα πιο δυνατό άτομο)
  • Προσκόλληση σε ένα ζώο (π.χ. το παιδί σκοτώνει ένα ζώο, ώστε να αποφύγει το βασανισμό του από άλλο άτομο)
  • Φοβία για τα ζώα (π.χ. προκλητική μίας προληπτικής επίθεσης κατά του ζώου)
  • Ταύτιση του ζώου με εκείνον που κακοποιεί το παιδί (π.χ. ένα θυματοποιημένο παιδί προσπαθεί να ανακτήσει την αίσθηση δύναμης θυματοποιώντας ένα αθώο ζώο)
  • Μετατραυματική επίδειξη (π.χ. αναπαράσταση βίαιων επεισοδίων σε ένα ζώο-θύμα)
  • Μίμηση (π.χ. αντιγραφή μιας γονικής ή άλλου ενήλικα καταχρηστικής συμπεριφοράς κατά των ζώων)
  • Αυτο-τραυματισμός (π.χ. χρήση ενός ζώου από παιδί για πρόκληση τραυματισμών στο ίδιο του το σώμα)
  • Εξάσκηση για διαπροσωπική βία (π.χ. εξάσκηση βίαιων πράξεων σε αδέσποτα ή κατοικίδια προτού εμπλακεί σε βίαιες πράξεις κατά ανθρώπων)
  • Μέσο για συναισθηματική κακοποίηση (π.χ. τραυματισμός κατοικίδιου ώστε να τρομοκρατήσει ή απειλήσει τον/την σύντροφο ή άλλο μέλος οικογένειας)

Τρεις έρευνες επιχείρησαν να ερευνήσουν αυτά τα κίνητρα πίσω από την βιαιότητα προς τα ζώα (Hensley & Tallichet, 2008· Levitt κ.ά., 2016· Overton κ.ά., 2012· Wright & Hensley, 2003). Τα κίνητρα που αναφέρθηκαν πιο συχνά από τους συμμετέχοντες ήταν η εκτόνωση θυμού, η παρενόχληση ή η πρόκληση πόνου σε άλλους, η διασκέδαση, η απέχθεια για ένα ζώο και η επιθυμία μίμησης (Hensley & Tallichet, 2008· Levitt κ.ά., 2016· Wright & Hensley, 2003).

Ωστόσο, μόνο η παρενόχληση ή η πρόκληση πόνου σε άλλους είχε στατιστικά σημαντική σχέση με την διαπροσωπική βία (Levitt κ.ά., 2016) και μόνο η διασκέδαση μπόρεσε να προβλέψει μελλοντικές βίαιες εγκληματικές καταδίκες (π.χ. επίθεση, βιασμός, φόνος) (Hensley & Tallichet, 2008).

Φυλακισμένοι που είχαν διαπράξει πράξεις βίας προς ζώα στην παιδική και εφηβική ηλικία λόγω διασκέδασης ήταν πιο πιθανό να εμπλακούν και να καταδικασθούν λόγω επαναλαμβανόμενων πράξεων διαπροσωπικής βίας (Hensley & Tallichet, 2008). Ωστόσο, κάθε περίπτωση βιαιότητας προς τα ζώα πρέπει να προσεγγίζεται μέσα σε ένα περίπλοκο πλαίσιο ψυχολογικών κινήτρων, ατομικών και κοινωνικών παραγόντων και πλαισίων (Lockwood & Arkow, 2016).

Ο Ascione (2001) πρότεινε μία τυπολογία για τα είδη κακοποίησης ζώων από παιδιά κι εφήβους:

Κακοποίηση ζώων υποκινούμενη από περιέργεια/ερευνητικότητα:

  • Προσχολική ή πρώιμη σχολική ηλικία
  • Ελλιπής επιτήρηση
  • Ελλιπής εκπαίδευση στην σωματική φροντίδα ζώων, κατοικίδιων, αδέσποτων
  • Ανεπαρκής εκπαίδευση από τους γονείς, δασκάλους, φροντιστές για την αποτροπή κακοποίησης
  • Αναπτυξιακές δυσλειτουργίες

Παθολογική κακοποίηση ζώων:

  • Μεγαλύτερη ηλικία από προηγούμενη κατηγορία
  • Ψυχολογικές δυσκολίες ποικίλους σοβαρότητας (ιστορικό σωματικής, σεξουαλικής κακοποίησης, ενδοοικογενειακή βία)
  • Κλινική παρέμβαση απαραίτητη

Εγκληματική κακοποίηση ζώων:

  • Κυρίως έφηβοι
  • Αντικοινωνικές συμπεριφορές γενικά
  • Συμμετοχή σε συμμορίες ή ομαδική βιαιότητα
  • Καταστρεπτικότητα
  • Χρήση αλκοόλ και άλλων ουσιών
  • Δικαστική και κλινική παρέμβαση

Όσον αφορά τις έρευνες γύρω από τα κίνητρα ενηλίκων, ειδικά σε οικογενειακό πλαίσιο έχει βρεθεί ότι άνδρες που βλάπτουν ή θανατώνουν ένα κατοικίδιο το κάνουν για να επιδείξουν ή να επιβεβαιώσουν την κυριαρχία τους, να εκφράσουν την οργή τους, να τιμωρήσουν και να τρομοκρατήσουν, να καθυποτάξουν και να αποθαρρύνουν τις συντρόφους τους από το να εγκαταλείψουν την σχέση (Adams, 1995).

Επίπεδα, Κατηγορίες & Μορφές Κακοποίησης Ζώων

Μπορούν να διακριθούν δύο επίπεδα κακοποίησης ζώων κι εντός αυτών ξεχωριστές κατηγορίες με ειδικότερες μορφές. Τα επίπεδα διακρίνονται σε σωματικό επίπεδο και σε συναισθηματικό επίπεδο. Για πρώτη φορά γίνεται η προσπάθεια να αναδειχθεί η συναισθηματική κακοποίηση ζώων σε θεωρητικό πλαίσιο.

Σωματικό Επίπεδο Κακοποίησης Ζώων

Η κακοποίηση ενός ζώου μπορεί να είναι ενεργητική ή με πρόθεση, δηλαδή εδώ υφίσταται σκοπιμότητα και αποδοχή του αποτελέσματος της συμπεριφοράς του δράστη προς το ζώο και στόχος είναι να προκληθεί σε αυτό κάποιας μορφής σωματική βλάβη, από ελαφρά έως βαριά, βέβαιος σωματικός και ψυχικός πόνος ή να επέλθει θάνατος, όπως:

  • το χτύπημα, η κλωτσιά, ο ξυλοδαρμός και η σύνθλιψη (από ανθρώπινο άκρο),
  • η δηλητηρίαση (η χορήγηση χημικής συνήθως ουσίας σε με τροφή, υγρό ή ενέσιμα με σκοπό την πρόκληση βλάβης ή το θάνατο),
  • ο πυροβολισμός, το μαχαίρωμα και η πρόκληση σωματικής βλάβης με οποιοδήποτε μέσο-αντικείμενο (με πυροβόλο όπλο, καραμπίνα, μαχαίρι, ξύλο, σπαθί, πέτρα, γυαλί, κλπ.) ,
  • η κατακρήμνιση (η πτώση ή ρίψη του ζώου από μεγάλο ύψος),
  • το κάψιμο ή η έκρηξη (με φωτιά, πυροτεχνήματα ή άλλα εύφλεκτα υλικά),
  • ο απαγχονισμός (με περίσφιξη σχοινιού γύρω από το λαιμό του και κρέμασμα από ψηλό σημείο) και ο στραγγαλισμός,
  • ο πνιγμός (η απόφραξη της αναπνευστικής οδού του ζώου και η παρατεταμένη και βίαιη εμβύθισή του εντός νερού ή άλλου υγρού),
  • ο ακρωτηριασμός ή αποκεφαλισμός (η αποκοπή ενός μέλους ή τμήματος του μέλους του σώματος από το υπόλοιπο σώμα, όπως αυτιού/ών, ουράς, άκρων, εκτός αν πρόκειται για θεραπευτικό σκοπό, όπως η στείρωση),
  • ο βασανισμός (οποιαδήποτε κακοποιητική συμπεριφορά που θέτει το ζώο σε παρατεταμένη κατάσταση βραχύχρονου ή μακρόχρονου σωματικού ή ψυχικού πόνου και ταλαιπωρίας) και
  • η θανάτωση-κακοποίηση μη προσδιοριζόμενη αλλιώς (η σκόπιμη παράσυρση διερχόμενου αδέσποτου ζώου με αυτοκίνητο, δίκυκλο ή άλλου είδους όχημα)

Επίσης, η κακοποίηση ενός ζώου μπορεί να γίνεται και με παθητικό τρόπο ακούσια ή/και εκούσια (παθητική κακοποίηση) με τη μορφή παραμέλησης και αδιαφορίας. Μπορεί να κυμαίνεται από ήπια σε ακραία, κάνοντας το ζώο να υποφέρει και στις ακραίες περιπτώσεις οδηγεί ακόμη και σε θάνατο. Τεκμηριώνεται με την μη τήρηση των όρων ευζωίας τους, όπως:

  • η έλλειψη καταλύματος ή με κατάλυμα που δεν είναι άνετο, υγιεινό και κατάλληλο, προσαρμοσμένο στο φυσικό τρόπο διαβίωσης του ζώου, που να του επιτρέπει να βρίσκεται στη φυσική του όρθια στάση, χωρίς να εμποδίζονται οι φυσικές του κινήσεις και η δυνατότητά του για την πραγματοποίηση της απαραίτητης για την υγεία και την ευζωία του άσκησης,
  • η μόνιμη αλυσόδεση ή διαβίωση εντός ακατάλληλων κατασκευών (π.χ. µεταλλικών-βαρέλια, χαρτόκουτα, παλέτες, τελάρα, κλπ.) ή μέσα σε στενά κλουβιά,
  • η μόνιμη παραμονή σε μπαλκόνια, ταράτσες (σε συνδυασμό με άλλους όρους, καθώς εξαρτάται κι από είδος της οικίας, μονοκατοικία ή πολυκατοικία),
  • η μη χορήγηση τροφής (λιμοκτονία) ή μη κατάλληλης τροφής,
  • η μη χορήγηση νερού (αφυδάτωση) ή μη καθαρού (βρώμικου) νερού,
  • χώροι μη στεγνοί και μη καθαροί,
  • η μη προστασία από τις καιρικές συνθήκες, πολύ υψηλή ή χαμηλή θερμοκρασία, βροχή, αέρα, χιόνι, χαλάζι, ήλιο,
  • η έλλειψη φροντίδας για κτηνιατρική περίθαλψη, τακτικής ή επείγουσας, όπως η ετήσια και αναγκαία κλινική εξέταση ή σε νοσηλεία και φαρμακευτική αγωγή σε περίπτωση ασθενειών, ο μη τακτικός εμβολιασμός κι η έλλειψη (ενδο- κι έξω-) αποπαρασίτωσης,
  • η έλλειψη καθημερινής άσκησης και καθημερινού περιπάτου και
  • η έλλειψη ή μη επαρκής φροντίδα σώματος (νυχιών, τριχώματος, αυτιών, κλπ.). 

Μία ακόμη σημαντική κατηγορία κακοποίησης ζώων είναι:

  • η σεξουαλική κακοποίηση ζώων (συναντάται ως κτηνοβασία, ζωοφιλία, ζωοφιλική διαταραχή)

Ξεχωριστή κατηγορία αποτελεί και η οργανωμένη κακοποίηση ζώων, όπως:

  • η παράνομη εμπορία, πώληση και εκτροφή ζώων και
  • οι κυνομαχίες ή κοκορομαχίες (ζωομαχίες), σε απομακρυσμένους χώρους ή διαμορφωμένους χώρους υπό μορφή «αρένας μάχης», με σκοπό την ψυχαγωγία και την αποκόμιση οικονομικού οφέλους

Πέραν των ανωτέρω μορφών-κατηγοριών, υφίστανται κι άλλες ειδικότερες συμπεριφορές κακοποίησης και κακομεταχείρισης ζώων, οι οποίες λειτουργούν συνδυαστικά με τις προηγούμενες κι έχουν σκοπό μόνο την ανθρώπινη ικανοποίηση και χρησιμοθηρία κι αυτές είναι:

  • τα «βαρελόσκυλα», σκύλοι που χρησιμοποιούνται ως «εργαλεία» και τοποθετούνται μόνιμα αλυσοδεμένοι σε βαρέλια ή ακατάλληλες και πρόχειρες κατασκευές,
  • το «παστούρωμα» (αλλιώς παστούρα/ μπαστούρωμα/ περδούκλωμα/ περδούκλι), η πρόσδεση των άκρων ενός ζώου μεταξύ τους (ειδική μορφή σε ελληνικά νησιά, Κυκλάδες, κ.ά.),
  • η παρασυσσώρευση ζώων, δηλαδή η μεγάλου αριθμού ή άνευ ορίων συλλογή ζώων συντροφιάς

Συναισθηματικό Επίπεδο Κακοποίησης Ζώων

Η συναισθηματική ικανότητα ενός ζώου, κυρίως των θηλαστικών, σύμφωνα με την πλειοψηφία της επιστημονικής βιβλιογραφίας, θεωρείται πλέον αποδεκτή. Αν και είναι δύσκολο να τεκμηριωθεί η συναισθηματική κακοποίηση ενός ζώου από μόνη της, μπορεί, όμως, πολύ συχνά να συνοδεύει όλες τις παραπάνω μορφές σωματικής κακοποίησης. Μπορεί να συμβαίνει είτε με ενεργητικό, είτε με παθητικό τρόπο.

  • Ενεργητικά:
  • Η εκούσια, συστηματική και απρόσφορη για το ζώο πρόκληση/ενστάλλαξη φόβου, τρόμου, αγωνίας, άγχους, θυμού μέσω συμπεριφορών που δεν έχουν απαραίτητα σωματική επαφή μεταξύ ανθρώπου-ζώου (με φωνές, κραυγές, πρόκληση κρότων σε αντικείμενα προκειμένου να προκαλέσουν τον φόβο, την προσοχή των ζώων, κλπ)
  • Παθητικά:
  • Η συστηματική αδιαφορία για τις συναισθηματικές ανάγκες ενός ζώου, εκφραζόμενη με στέρηση αγάπης, στοργής, ζεστασιάς από το άτομο που το φροντίζει. Η απλή κατοχή και θεώρηση του ζώου ως πράγμα χωρίς επίδειξη συναισθημάτων παντός τύπου προς αυτό.

Στη διεθνή βιβλιογραφία, υπάρχουν αρκετές έρευνες που έχουν μελετήσει τις πιο πάνω μορφές κακοποίησης ζώων (Felthous, 1980a· Kellert & Felthous, 1985· Miller & Knutson, 1997· Tallichet κ.ά., 2005· Hensley & Tallichet, 2009· Hensley, Tallichet & Dutkiewicz, 2012). Σχεδόν όλες οι μορφές ενεργητικής κακοποίησης αναφέρονται σε όλες τις έρευνες. Οι πιο κοινά χρησιμοποιούμενες μέθοδοι κακοποίησης αναδεικνύουν ένα συνεχές συναισθηματικής εμπλοκής σε διάφορους βαθμούς επιθετικότητας κατά των ζώων (Chan & Wong, 2019).

Η χρήση των μεθόδων δια χειρός, όπως το χτύπημα, η κλωτσιά και ο ξυλοδαρμός, προτιμώνται συχνά από όσους κακοποιούν ζώα. Έρευνα βρήκε ότι ο πνιγμός και ο πυροβολισμός συσχετίστηκαν με επαναλαμβανόμενη κακοποίηση ζώων, δηλαδή όσοι επέλεγαν αυτές τις μορφές, δεν το έκαναν μόνο μία φορά, αλλά εκείνοι που είχαν ξεκινήσει την κακοποίηση σε μικρή ηλικία ήταν πιο πιθανό να επιλέγουν τον πνιγμό (Hensley & Tallichet, 2009). Παρόλα αυτά, η χρήση πυροβόλου όπλου δεν είναι σπάνια ως μέθοδος κακοποίησης. Ο πυροβολισμός ενός ζώου επιτρέπει την σωματική και συναισθηματική αποστασιοποίηση και αδιαφορία του ατόμου, κάνοντάς πιο πιθανή τη συνέχεια της βίαιης δράσης του κατά ζώων χωρίς μεγάλο συναισθηματικό φορτίο (Merz-Perez & Heide, 2004).

Παρόμοια και με άλλες βίαιες συμπεριφορές, όπως στη ζωοκτονία και τη σεξουαλική επίθεση, αυτές οι μέθοδοι, που απαιτούν εγγύτητα με το θύμα, επιτρέπουν στους δράστες να απολαύσουν την επίπονη διαδικασία που δημιούργησαν, ώστε να επιτύχουν την αποκλίνουσα ψυχολογική ευχαρίστησή τους, μέσα από την έκφραση δύναμης, θυμού ή τον συνδυασμό των δύο απέναντι στα θύματά τους (Chan, 2015, 2019· Chan, Heide & Beauregard, 2019).

Ευρήματα ερευνών έδειξαν ότι η σεξουαλική κακοποίηση ζώων από παιδιά κι εφήβους (Hensley κ.ά., 2012), η κακοποίηση σε πρώιμη ηλικία (Henderson κ.ά., 2011) και ο πνιγμός (Hensley & Tallichet, 2009) ήταν σημαντικοί προγνωστικοί παράγοντες μετέπειτα ενήλικης βίας προς ανθρώπους και ότι οι δράστες σεξουαλικής κακοποίησης είχαν υψηλότερη τάση να δρουν μόνοι τους (Hensley & Tallichet, 2009) ή να καλύπτουν τις πράξεις τους (Hensley & Tallichet, 2009· Hensley κ.ά., 2012).

Η κλωτσιά, το χτύπημα ή o πυροβολισμός ζώων αναφέρθηκαν συχνότερα σε κακοποίηση κατοικίδιων ή αδέσποτων ζώων από τον πνιγμό, τον στραγγαλισμό, το κάψιμο ή την κτηνοβασία.

Βιβλιογραφία: Δείτε στο παρακάτω pdf αναλυτικά, τις βιβλιογραφικές αναφορές.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Ευάγγελος Δρίβας
Αστυνομικός - Κλινικός Ψυχολόγος - BSc in Psychology, Msc in clinical & Community Psychology
Επικοινωνία:Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. | Facebook: facebook.com/evangelosdrivaspsychologist