Ψυχολόγος, Τμήμα Ψυχολογίας, Α.Π.Θ. (Υπότροφος ΙΚΥ). MSc Αναπτυξιακή/Εξελικτική & Σχολική Ψυχολογία, Α.Π.Θ. (Υπότροφος Ωνάσειου Ιδρύματος). Μεταπτυχιακή Εξειδίκευση στην Αξιολόγηση & Ψυχοπαιδαγωγική Υποστήριξη Παιδιών με Δυσκολίες Μάθησης & Προσαρμογής (Ειδικές Ανάγκες), Παν/μιο Μακεδονίας. Συστημική Ψυχοθεραπεία, Τραυματοθεραπεία-EMDR
Η Μπάμπαλου Χριστίνα Ελένη είναι αριστούχος (υπότροφος ΙΚΥ) απόφοιτη του τμήματος ψυχολογίας Α.Π.Θ.
Πέραν της Μεταπτυχιακής Εξειδίκευσης στην Ειδική Αγωγή από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, διαθέτει Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Διττής Ειδίκευσης (MSc) στην Αναπτυξιακή/Εξελικτική & Σχολική Ψυχολογία, Α.Π.Θ. (υπότροφος Ωνάσειου Ιδρύματος), η οποία της επιτρέπει να ασχολείται με τις αποκλίσεις ανάπτυξης σε όλες τις ηλικιακές ομάδες -βρέφη, παιδιά (προσχολικής & σχολικής ηλικίας), έφηβοι, ενήλικες & υπερήλικες.
Έχει ολοκληρώσει ευρωπαϊκώς πιστοποιημένα προγράμματα εκπαίδευσης στη Συστημική Ψυχοθεραπεία & στην Τραυματοθεραπεία-EMDR.
Έχει εκπαιδευθεί στη χρήση, χορήγηση & αξιολόγηση ψυχομετρικών δοκιμασιών για βρέφη, παιδιά, εφήβους & ενήλικες.
Σε επίπεδο επαγγελματικής πρακτικής διαθέτει πλούσια, πολυεπίπεδη κλινική εμπειρία δεδομένου ότι έχει συνεργαστεί με ποικίλες δομές ψυχικής υγείας: ψυχιατρικές κλινικές, δομές ψυχοκοινωνικής προστασίας, δομές συμβουλευτικής υποστήριξης σχολείου-οικογένειας, σχολικές μονάδες, δομές ειδικής αγωγής, εταιρείες συμβουλευτικής σε θέματα ψυχικής υγείας εργαζομένων.
Δημοσιεύει άρθρα σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά, κάνει επιστημονικές εισηγήσεις σε συνέδρια, διεξάγει έρευνες σε συνεργασία με πανεπιστημιακούς φορείς & νοσοκομειακές δομές.
Διαγνωστικές υπηρεσίες, υπηρεσίες συμβουλευτικής & ψυχοθεραπείας σε παιδιά, εφήβους, ενήλικες, ζευγάρια, οικογένειες.
Συντονισμός σχολών γονέων (εν δυνάμει γονέων, γονέων πρόωρων νεογνών, γονέων παιδιών προσχολικής, σχολικής ηλικίας & εφήβων).
Συντονισμός ψυχοεκπαιδευτικών, βιωματικών ομάδων πρόληψης & παρέμβασης σε:
Ψυχοσωματικά συμπτώματα, δυσκολίες σύνθετων οικογενειών & υιοθεσίας, δυσκολίες σχετιζόμενες με την εμπειρία της μητρότητας, υπογονιμότητας & προωρότητας, υπηρεσίες συμβουλευτικής & ψυχοθεραπείας στην Ελλην. Νοηματική Γλώσσα
Ημέρα | Από | Έως |
Καθημερινές | - | - |
Αναφορικά με τα προτεινόμενα βήματα της παρέμβασης σε περιπτώσεις ΔΕΠ-Υ, είναι πολύ σημαντικό κατ’ αρχήν να κάνουμε μια ολοκληρωμένη και πλήρη αξιολόγηση η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει πολλαπλές πηγές πληροφοριών και πολλαπλά εργαλεία συλλογής δεδομένων.
Αναφορικά με την αιτιοπαθογένεια της ΔΕΠ-Υ έχουν διατυπωθεί μια σειρά από υποθέσεις τόσο βιολογικές όσο και περιβαλλοντικές. Αυτό, πάντως, που φαίνεται να είναι κοινά αποδεκτό και να υποστηρίζεται από μια πληθώρα ερευνητικών ευρημάτων είναι ότι η ΔΕΠ-Υ συνιστά μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή με ισχυρή γονιδιακή βάση και ισχυρό ποσοστό κληρονομικότητας όσον αφορά τις κύριες διαστάσεις των πυρηνικών συμπτωμάτων της, για τις οποίες αναφέρεται σημαντική διαγενεαλογική μεταβίβαση.
Το 1902 ο γιατρός George Still έδωσε μια σειρά από διαλέξεις στις οποίες περιέγραφε την έλλειψη "ηθικού ελέγχου" ανάμεσα σε μια μερίδα παιδιών χωρίς κάποια παρατηρούμενη οργανική βλάβη. Στο διάβα των ετών, μια σειρά από ποικίλες διαφορετικές ονομασίες, όπως σύνδρομο ελάχιστης εγκεφαλικής βλάβης, ελάχιστη εγκεφαλική δυσλειτουργία, αντίδραση υπερκινητικότητας στην παιδική ηλικία, ονομασίες που αντανακλούσαν τις εκάστοτε επικρατούσες επιστημονικές αντιλήψεις για την υποκείμενη αιτιολογία, έχουν χρησιμοποιηθεί για να περιγράψουν την διαταραχή που σήμερα είναι γνωστή ως διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και / ή υπερκινητικότητας, ΔΕΠ-Υ.
’Ήμουν σίγουρος ότι είχα φτάσει στην μονάδα με ένα κίτρινο τρένο και ότι ένα τέρας ήθελε να με καταβροχθίσει..” (Colville, 2012)
Αναφορικά με τις ψυχολογικές επιπτώσεις στα ίδια τα παιδιά που νοσηλεύονται σε ΜΕΘ, ο σωματικός πόνος και το άγχος που βιώνει το παιδί κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στη ΜΕΘ αυξάνει την ανάγκη για την παρουσία της μητρικής φιγούρας αλλά η αδυναμία του να επικοινωνήσει, να εκφράσει σκέψεις και συναισθήματα ή η γνωστική του ανικανότητα να κατανοήσει τις εξηγήσεις που του δίνονται εντείνει το αίσθημα μοναξιάς του παιδιού.
“Αισθάνομαι εντελώς άχρηστη γιατί συνέχεια κλαίω μέσα στην μονάδα. Δεν βλέπω κανέναν να κλαίει εδώ μέσα. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα για τον γιο μου. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να αφήνω τους γιατρούς να κάνουν την δουλειά τους. Είμαι μια μάνα που δεν μπορεί να φροντίσει το ίδιο της το παιδί..” (Lee, & Weiss, 2009)