Στη ζωή υπάρχουν φορές, όπου είναι απαραίτητο να διατυπώνονται ερωτήματα, τα οποία αναζητούν απαντήσεις. Πολλά από αυτά ενδέχεται να είναι ανούσια, άλλα όμως είναι πολύ σημαντικά.
Σε κάθε περίπτωση, οι ερωτήσεις που θέτουμε και οι απαντήσεις που λαμβάνουμε, αλλα και ο τρόπος που τις ερμηνεύουμε, συμβάλλουν στο να αντιληφθούμε το αληθινό νόημα τη ζωής μας.
Το βέβαιον πάντως είναι ότι, δεν μπορούμε να ζούμε χωρίς την επίμονη αναζήτηση απαντήσεων, στα ερωτήματα που διατυπώνουμε στη διάρκεια της ζωής μας. Οι απαντήσεις αυτές που κάθε φορά λαμβάνουμε, καθορίζουν καταλυτικά τη συμπεριφορά μας και στην συνέχεια διαγράφουν τις πορείες μας.
Όταν διατυπώνουμε τις κατάλληλες ερωτήσεις, έλκουμε και τις αντίστοιχες απαντήσεις. Ο στόχος μας είναι, να συνειδητοποιούμε τις αλήθειες που προκύπτουν από τις διαδρομές.
Αν κοντοσταθούμε όμως για λίγο στις περιπλανήσεις μας και θέσουμε κάποια ερωτήματα, ενδέχεται να προσεγγίσουμε την πραγματικότητα η οποία γεννά τους προορισμούς μας. Ανάλογα με τις απαντήσεις που θα λαμβάνουμε κάθε φορά, θα μπορούμε να κάνουμε διορθωτικές κινήσεις και να τροποποιούμε τις διαδρομές μας. Ο τελικός μας στόχος είναι, η συνάντηση με τον αυθεντικό εαυτό.
Ωστόσο υπάρχουν μερικά βασικά ερωτήματα, τα οποία αιτούν ανάλογες απαντήσεις, με τις οποίες θεμελιώνεται η ύπαρξη κάθε ανθρώπου. Ένα από αυτά είναι το ερώτημα:
Ποιος αλήθεια είμαι και ποια η ουσία της αυθεντικής μου ύπαρξης.
Ένα επιπρόσθετο ερώτημα είναι:
Γιατί να υπάρχω εγώ στον κόσμο και όχι το τίποτα μου;.
Οι απαντήσεις που θα λάβουμε σε αυτά τα καίρια ερωτήματα, ενδεχομένως να εδραιώνουν και να διασφαλίζουν τους στόχους που κάθε φορά θέτουμε. Αποβλέπουν δε στην βαθύτερη κατανόηση, του ποιοι στα αλήθεια είμαστε και τι εκπροσωπούμε με την παρουσία μας. Η πορεία μας στη γη, στο εκάστοτε παρόν, παρέχει στον καθέναν τις κατάλληλες συνθήκες επιβίωσης-έστω και αν φαντάζουν δύσκολες. Μέσα από αυτές τις συνθήκες, μας προσφέρονται οι δυνατότητες, ώστε όλοι να ξεπεράσουμε τα εμπόδια, που δυσχεραίνουν και παρεμποδίζουν την συνάντηση με τον αυθεντικό μας εαυτό.
Χωρίς ένα ισορροπημένο ψυχολογικό και συναισθηματικό υπόβαθρο, το οποίο να μπορεί να οικοδομήσει σχέσεις σύγκλισης, μεταξύ του παντοδυνάμου αυθεντικού εαυτού, με εκείνο που πιστεύουμε ότι είμαστε, είναι δύσκολο να ευτυχήσουμε στη ζωή.
ΑΓΧΟΣ: 10 Σεμινάρια, 20 ώρες (20 Οκτωβρίου 2024 – 19 Ιανουαρίου 2025). | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR | Εγγραφή: 50 ευρώ, για συμμετοχή στο σύνολο του κύκλου σεμιναρίων | 35 ευρώ για άνεργους & φοιτητές.
Στόχος της ανθρώπινης ύπαρξης, είναι η συνειδητοποίηση της απαραίτητης συνδρομής, του αυθεντικού εαυτού εντός μας.
Επίσης, είναι καθήκον του ανθρώπου να ανακαλύψει την διασφαλισμένη θέση στον δικό του οίκο : στην αγκαλιά της Αγάπης του Είναι. Καθότι η σχέση του αφορά την ύπαρξη του, αυτή παραμένει παντοτινή και αναλλοίωτη στο χρόνο. Αυτός ο τρόπος θεώρησης καλείται εξέλιξη της ανθρώπινης ύπαρξης -η οποία εξ έλξεως- έλκεται δυναμικά από το Είναι του, σε μία κοινή πορεία που αιώνια αληθεύει.
Ο πρωταρχικό σκοπός κάθε υπάρχοντος είναι: να συμμετέχει με αυθεντικό τρόπο, προς ένα γίγνεσθαι, όπου θα αναδεικνύει τις δικές του δυνατότητες, ως προσφορά εκ του Είναι του. Τότε, η βαθιά προσωπική εμπειρία, θα αποτελεί τμήμα της οικουμενικής αλήθειας, όπως ο Carl Rogers διατύπωνε: ”Το βαθιά ατομικό είναι οικουμενικό”.
Κατανοώντας τον αυθεντικό εαυτό μας, κατανοούμε την αλήθεια ολόκληρη του ανθρώπινου γένους. Όταν βλέπουμε με νοητική ευρύτητα γεγονότα και συμβάντα, αλλά και του σχετισμούς των λειτουργειών τους, κατανοούμε τη δική μας θέση και το δικό μας μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί να πράξουμε με έργο. Τότε η αντικειμενική εικόνα που έχουμε για τον κόσμο, παραλληλίζεται με την υποκειμενική δική μας. Η ζωή μας αποκτά ένα βαθύτερο νόημα, όταν οι εμπειρίες μας γίνονται τρόπος ζωής. Τότε η δημιουργική μας ικανότητα, βρίσκεται σε δράση, προς το κοινό καλό. Εκεί προφυλάσσεται ακέραια η ουσία της αυθεντικής ύπαρξης: εντός του Είναι της.
Οποιαδήποτε ανθρώπινη σχέση -κατά βάθος- αναζητά τη πρωταρχική αυθεντική σχέση με το Είναι της. Εκεί βρίσκει την αληθινή ευημερία η ψυχή, όπου αναπαύεται και γαληνεύει.
Στις Σκιές του έρωτα: τα μάτια που με κοίταξαν
Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τις σχέσεις, τον έρωτα, την αγάπη, τον σεξουαλικό πόθο.
Συγγραφέας: Πέτρος Θεοδώρου, Εκδόσεις: PSYCHOLOGY.GR
Εντός του Είναι, το εγώ υποτάσσεται συνεργατικά και εθελούσια στο σύνολο, εξαλείφοντας τον ανταγωνισμό, το μίσος και τη βία. Καθώς φαίνεται, είναι δύσκολο να απαντηθούν τα ουσιαστικά ερωτήματα που προκύπτουν, μέσα από την επιφανειακή αντίληψη του κόσμου που ζούμε. Το ίδιο μας θυμίζει ο μεγάλος φιλόσοφος Δημόκριτος: “Εν το βυθό η αλήθεια”.
Κάθε ερώτημα λοιπόν που τίθεται, θα πρέπει να αναζητήσει την ύπαρξη των απαντήσεων του, στα θεμέλια του Είναι του. Όσο αυτό δεν συμβαίνει, τότε οι απαντήσεις δεν θα προσεγγίζουν με αυθεντικότητα την αλήθεια της ουσίας της ύπαρξης, αλλά θα αναδεικνύουν ερμηνείες παροδικές και αδιέξοδες.
Ο αυθεντικός τρόπος που ερμηνεύουμε τα συν-βαίνοντα, είναι ανάλογος με τον βαθμό που εν-νοούμε τη σχέση μας με το Είναι: ως κάτι ενιαίο. Αυτό που εκ πρώτης όψεως, έλκει την προσοχή μας ως φαινόμενο, είναι που κρύβει το κοινό της ύπαρξης αληθές εν γένει: για να το αναζητήσουμε εντός μας. Ο θρίαμβος, εκ των έσω πάντοτε πρώτα οδηγείται. Με το Φως που εκπέμπει η Αλήθεια, μεταστρέφει την άγνοια σε γνώση και την αδυναμία σε δύναμη του Είναι.
Η Αγάπη (του Είναι), μας οδηγεί με ασφάλεια στα ενδότερα του αυθεντικού εαυτού το συναπάντημα. Αποκτώντας την βιωματική εμπειρία του Είναι εντός μας -στα βαθύτερα πεδία γαλήνης και ευδαιμονίας- μπορούμε να συμβάλουμε και εμείς, προβάλλοντας στο περιβάλλον, αυτό που επιθυμούμε να ζήσουμε γύρω μας.
Κάθε φορά που θέτουμε ένα ερώτημα (ως υποκείμενα), αναζητούμε την απάντηση (για, ή από ένα αντικείμενο). Για να έχει όμως νόημα αλήθειας μία ερώτηση θα πρέπει:
α) Και τα δύο (υποκείμενο και αντικείμενο), να είναι υπαρκτά. Να προέρχονται δηλαδή από την ίδια κοινή Πηγή που τα δημιούργησε.
β) Το αντικείμενο, να μας είναι προσβάσιμο.
γ) Να υπάρχει μια μερική γνώση του υποκειμένου προς το αντικείμενο του, αλλιώς δεν θα υπήρχε εύλογος λόγος να τεθεί το ερώτημα.
Η κοινή λέξη που βρίσκεται σε μία πρόταση -ακόμα και αν δεν εμφανίζεται- που απευθύνει ένα ερώτημα, και επίσης υπάρχει σε μία απάντηση, είναι η λέξη “είναι”. Έτσι αυτό που ουσιαστικά ρωτάμε, δεν είναι το φαινομενικώς διαφορετικό του υποκειμένου ή του αντικειμένου. Είναι το ίδιο αυτό καθ’ αυτό το κοινό τους (Είναι), το οποίο συνδέει τα δύο, αποκρύβοντας ολόκληρη την αλήθεια σύνδεσης και σχέσης μεταξύ τους.
Αυτό αναδεικνύει την σημαντική πληροφορία ότι: το Είναι μας αποκρύβει όλη την αλήθεια της σχέσης των δύο. Παρόλα αυτά, μας προσφέρει τη δυνατότητα Του, ώστε να το εξερευνήσουμε και να το κατανοήσουμε.
Προς αυτό προς το οποίο απευθύνουμε ένα ερώτημα, δεν είναι το αντικείμενο αυτό καθ’ αυτό ως φαινόμενο, αλλά η κρυμμένη κοινή ουσία του Είναι του. Το βασικό ερώτημα λοιπόν για την όποια μορφή κατανόησης, είναι το ερώτημα που τίθεται προς το Είναι των όντων.
Με το ερώτημα περί του Είναι των όντων ασχολείται η Οντολογία, η οποία αποτελεί το θεμέλιο της Φιλοσοφίας. Φιλόσοφος είναι αυτός που αγαπά τη Σοφία, αποδεχόμενος ότι δεν είναι ο ίδιος σοφός. Προκειμένου όμως να του γνωστοποιηθεί κάτι, θέτει ουσιαστικά ερωτήματα, ώστε να του αποκαλυφθεί η Αλήθεια, η οποία αφορά την ουσία των πραγμάτων: ως το κοινό του σπίτι-το Είναι τους.
Τώρα ως φαίνεται, έχουν τεθεί οι βάσεις, για να θέσουμε ένα ερώτημα στο κοινό μας Είναι. Εκεί κρύβεται η αλήθεια της απάντησης, στην αυθεντικότητα του εαυτού εντός μας: το κοινό μας πλέον Είναι. Καθότι εμείς είμαστε το υποκείμενο που θέτει την ερώτηση και το οποίο αναζητά την απάντηση από το αντικείμενο, μέσω της κοινής ουσίας του Είναι, μας παρέχεται η δυνατότητα να μας γνωστοποιηθεί η σχέση. Αυτή η άρρηκτη σχέση εντός του κοινού μας Είναι, μας δίνει επίσης τη δυνατότητα κατανόησης: διότι εμείς που θέτουμε την ερώτηση μέσα μας, βρίσκουμε την αξιόπιστη απάντηση, η οποία προέρχεται από τα βαθύτερα κοινά πεδία εντός μας.
Εν τέλει, μέσα μας κρύβεται το οικουμενικό Είναι. Επειδή όμως και ο άνθρωπος βρίσκεται στο στον ίδιο τόπο του Είναι, γι’ αυτό μπορεί να θέτει ερωτήματα και να είναι βέβαιος ότι θα λαμβάνει αληθείς απαντήσεις.
Έτσι στο εκάστοτε παρόν Του, αν είμαστε σε εγρήγορση θα μπορέσουμε να συλλάβουμε τις κατάλληλες απαντήσεις από το ίδιο το Είναι του οποίου είμαστε μέρος. Αυτό θα συμβαίνει με βεβαιότητα, διότι έτσι κι αλλιώς, το Είναι δεν μπορεί να έρθει ποτέ σε αντίθεση με τα όντα τα οποία το ίδιο θεμελιώνει. Έτσι όποια η νοηματική κατανόηση, είναι η αποκάλυψη της Αλήθειας του Είναι προς εμάς. Αυτό μας το διασφαλίζει το Ίδιο (το Είναι), μέσα από την διανοικτότητα Του προς εμάς.
Κάθε ερώτημα λοιπόν που θέτει ο άνθρωπος, προς την αυθεντική ουσία του Είναι του, από το ίδιο (Είναι) προς το οποίο απευθύνεται, αντλεί την απάντηση. Έτσι εδραιώνεται μια αρχέτυπη Σχέση Αλήθειας, του ερωτώντος με το αποκρινόμενο Είναι του.
Μία πρόταση για να υπονοεί ένα αυθεντικό νόημα αλήθειας, θα πρέπει να απευθύνει τα ερωτήματα στο ίδιο το Είναι των όντων -αν θέλει να λαμβάνει αυθεντικές απαντήσεις: μέσα από το ταυτοτικό συνεκτικό γεγονός του εν-Είναι. Αλλιώς θα χάνεται στην ασάφεια του.
Ίσως η μοίρα της απόλυτης Αλήθειας, είναι να αποσύρεται στα βάθη της ύπαρξης, κρυπτόμενη πίσω από τους επιφανειακούς διαχωρισμούς και την παροδικότητα των φαινομενικών διαφορών. Ωσότου συνειδητοποιήσουμε στο πυρήνα της αυθεντικότητας του εαυτού, πως δεν μπορούμε να ζήσουμε, χωρίς την επίμονη αιώνια αναζήτηση Της : Μέχρι να ατενίζουμε να ανατέλλει ενδόξως το Φως της Αλήθειας εντός μας ως Είναι.
Την επόμενη φορά λοιπόν, πριν θέσουμε ένα ερώτημα σε κάποιο πρόσωπο, ας κάνουμε μία παύση και ας ρωτήσουμε τον εαυτό μας: “Tο ερώτημα που θα διατυπώσω, το απευθύνω στο πρόσωπο, ή στον αυθεντικό εαυτό της ουσίας του -ως Είναι- που εκπροσωπεί αυτό το πρόσωπο;”
Κατόπιν ας αναμείνω να διαπιστώσω ο ίδιος, την προέλευση των απαντήσω που θα λάβω. Αν δηλ. θα αντιστοιχούνε ανάλογα οι απαντήσεις, με το ποιος έχει θέσει το ερώτημα: το πρόσωπο, ή αυτό που αυθεντικά εκπροσωπείται ως Είναι, μέσα από το πρόσωπο.
Εν κατακλείδι, αυτό που κάθε φορά κατ’ ουσία ερωτά, είναι εκείνο που βιώνει και διεκδικεί τον πόθο του έρωτα του: την απάντηση. Είναι από την ίδια αυθεντική ουσία, με εκείνο από το οποία έχει αποσπαστεί, καθότι ήταν σαν να Είναι ένα, ενώ τώρα βιώνει (ψευδώς) την απουσία της Αγάπης Του.
___
ΥΓ1: Πολλές φορές στην ζωή, έχουν συμβεί γεγονότα που επηρέασαν τη ζωή μας, χωρίς να μπορούμε πλέον -στο παρόν- να αλλάξουμε τις συνθήκες που συνέβησαν. Εάν όμως μας δινόταν η ευκαιρία να κάνουμε ένα βήμα πίσω στο χρόνο, ώστε να επαναδιατυπώσουμε κάποια ερώτηση με διαφορετικό τρόπο, ίσως και ο βαθμός κατανόησης να μας ήταν διαφορετικός. Μέσα από την οπτική που παραθέτουμε στο εν λόγο κείμενο, αν απευθυνόμασταν στο Είναι και όχι στο πρόσωπο, υπάρχει βάσιμο ενδεχόμενο να μας παρέχει τη δυνατότητα της κατανόησης στον παρόν Του. Επειδή το ίδιο είναι υπερχρονικό και πάντοτε επίκαιρο, θα μπορούσαμε να πειστούμε και να διδαχτούμε από αυτό, την διαχρονία της άρρηκτης σχέσης μας. Θα μας δινόταν η ευκαιρία της επαναδιατύπωσης των ερωτημάτων εντός μας, ως αυτών που διαμόρφωσαν το παρελθόν, ώστε στο παρόν τους, να τίθενται πλέον σε μια νέα βάση: απευθυνόμενα στο εκάστοτε παροντικό Είναι.
Μέσα από έναν διαφορετικό τρόπο σκέψης, αυτό που τότε παρίστατο ως αντικείμενο, τώρα πλέον έχει μετατοπιστεί στο νου μας, σε υποκείμενο του κοινού μας Είναι. Αυτή η εμπειρία νοητικής ένωσης, είναι η απαραίτητη συνθήκη ενότητας της αυθεντικής ουσίας των πάντων -εντός του Είναι τους- και αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση, πριν την εφαρμογή οποιασδήποτε υλοποίηση της.
Ο προ-πλατωνικός μέγιστος φιλόσοφος Παρμενίδης, συνέδεσαι το νοείν με το Είναι:. […διότι αυτό που εισβάλλει στην σκέψη μας, (έχει στενή σχέση αληθούς ένωσης) και είναι (το) ίδιο (ως ένα με) το είναι][1], (απ.3.1).
Θέτοντας οποίο ερώτημα, το πρώτο βήμα ως φαίνεται, ήδη έχει συντελεστεί. Αυτό που απομένει ως απάντηση από εμάς, είναι πλέον να βιώσουμε: την αυθεντική ουσία της ύπαρξης μας ως Εν-Είναι. Να αφουγκραστούμε βιωματικά -στην σιωπή του δικού μας Είναι- την ευγένεια της Αγάπης Του, μέσα από τις παύσεις μεταξύ των χτύπων της καρδιάς. Μα μήπως και όταν το σκεπτόμαστε, Αυτό και πάλι δεν ανταποκρίνεται με χτύπους καρδιάς;
ΥΓ2: Η συνδρομή ειδικού συμβούλου, μπορεί να φανεί απόλυτα χρήσιμη, ώστε να παρέχει ασφάλεια και να διευκολύνει την όποια μεμονωμένη προσπάθεια αυτοβοήθειας.
Βιβλιογραφία
Martin Heidegger, “Είναι και Χρόνος”, μτφ.–σχόλια, Γιάννης Τζαβάρας, Εκδ. Δωδώνη Αθήνα 1978.
Βαλιώζης Κωνσταντίνος, “Η φύσις του Παρμενίδειου Ζειν και οι οντολογικές του προεκτάσεις”, Αθήνα 2015. (τυπωθήτω).
Παράρτημα
[1]“…το γάρ αυτό νοείν εστί τε και Είναι”,(Παρμενίδης,απ.3.1).
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Pg. Dip. Σύμβουλος Προσωποκεντρικής Προσέγγισης, Προσωκρατικών Φιλοσοφικών Μελετών & Οντολογίας