Ακρόαση άρθρου......

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής-Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ-Υ) αποτελεί μία από τις συχνότερες νευροαναπτυξιακές διαταραχές, με βασικά χαρακτηριστικά την απροσεξία, την παρορμητικότητα και την υπερκινητικότητα (American Psychiatric Association, 2013).

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η έρευνα έχει αναδείξει τον κεντρικό ρόλο των εκτελεστικών λειτουργιών και ιδιαίτερα της γνωστικής ευελιξίας στη ΔΕΠ-Υ.

Η γνωστική ευελιξία αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να προσαρμόζεται σε νέες απαιτήσεις, να μεταβαίνει από το ένα έργο στο άλλο και να υιοθετεί εναλλακτικές στρατηγικές σκέψης (Diamond, 2013).

Πρόκειται για μια μορφή «νοητικής ευκινησίας» που λειτουργεί ως αντίδοτο στην ακαμψία της σκέψης και της συμπεριφοράς. Έρευνες δείχνουν ότι τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ παρουσιάζουν σημαντικές δυσκολίες σε αυτή τη δεξιότητα, γεγονός που επηρεάζει τη μάθηση, τη συμπεριφορά και τις κοινωνικές τους σχέσεις (Willcutt et al., 2005).

Γνωστική Ευελιξία και ΔΕΠ-Υ

Παιδιά με χαμηλή γνωστική ευελιξία συχνά δυσκολεύονται να αλλάξουν δραστηριότητα, να προσαρμοστούν σε απρόβλεπτες καταστάσεις ή να βρουν εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης προβλημάτων. Αυτό μπορεί να εκδηλωθεί στην τάξη, στο σπίτι ή στις κοινωνικές συναναστροφές.

Δεν πρόκειται για θέμα «πειθαρχίας» ή «κακής συμπεριφοράς», αλλά για νευροψυχολογική δυσκολία που σχετίζεται με δυσλειτουργία σε μετωπιαίες περιοχές του εγκεφάλου (Barkley, 2014).

Κλινικές και Εκπαιδευτικές Προεκτάσεις

Η καλλιέργεια της γνωστικής ευελιξίας είναι κομβική για την προσαρμογή των παιδιών με ΔΕΠ-Υ. Στο σχολείο, για παράδειγμα, η δυσκολία αλλαγής δραστηριότητας μπορεί να οδηγήσει σε έντονες αντιδράσεις. Όταν ο δάσκαλος ζητά από την τάξη να αφήσει τα μαθηματικά και να περάσει στη γλώσσα, το παιδί με χαμηλή ευελιξία μπορεί να αντιδράσει με εκνευρισμό ή άρνηση.

Η χρήση προειδοποιήσεων λίγα λεπτά πριν την αλλαγή ή η εναλλαγή δραστηριοτήτων με διαφορετικό βαθμό ενδιαφέροντος μειώνουν το άγχος και ενισχύουν την προσαρμογή.

Επίσης, όταν ένα παιδί επιμένει σε μία λανθασμένη μέθοδο επίλυσης προβλήματος, ο εκπαιδευτικός μπορεί να το ενθαρρύνει να δοκιμάσει διαφορετικούς «δρόμους προς τη λύση», κάνοντάς το να αντιληφθεί ότι η μάθηση δεν είναι μονοσήμαντη. Ακόμη, οι ομαδικές εργασίες με αλλαγή ρόλων (π.χ. από «γραμματέας» σε «παρουσιαστής» σε μια εργασία) καλλιεργούν την ευελιξία σε κοινωνικό πλαίσιο.

Διαχείριση Κοινωνικού Άγχους στην Πράξη
Ο κύκλος των 6 συναντήσεων αποτελεί ένα βιωματικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα που βοηθά τους συμμετέχοντες να αναγνωρίσουν, να κατανοήσουν και να διαχειριστούν το κοινωνικό άγχος στην πράξη.

Στο οικογενειακό περιβάλλον, οι δυσκολίες ευελιξίας συχνά εμφανίζονται σε καθημερινές καταστάσεις, όπως όταν το φαγητό δεν είναι αυτό που περίμενε το παιδί ή όταν χάνει σε ένα παιχνίδι. Το παιδί με ΔΕΠ-Υ μπορεί να εκραγεί ή να παραμείνει θυμωμένο. Οι γονείς μπορούν να καλλιεργήσουν την ιδέα των εναλλακτικών τρόπων διαχείρισης των ξαφνικών αλλαγών μέσα από απλά παιχνίδια φαντασίας («Αν δεν έχουμε μακαρόνια, τι άλλο θα μπορούσε να φάει ένας εξερευνητής;») ή να εισάγουν παιχνίδια με παραλλαγές κανόνων ώστε να μάθει να αντέχει τις αλλαγές. Οι λεγόμενες «ευέλικτες ρουτίνες» —ένα πρόγραμμα που συνδυάζει σταθερά πλαίσια με μικρές επιλογές, όπως «Μετά το διάβασμα μπορείς να παίξεις είτε με τα Lego είτε να ζωγραφίσεις»— βοηθούν το παιδί να νιώθει ασφάλεια αλλά και να εξασκεί την προσαρμοστικότητα.

Σε θεραπευτικά πλαίσια, η γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία αξιοποιεί τεχνικές που καλλιεργούν εναλλακτικούς τρόπους σκέψης. Για παράδειγμα, όταν το παιδί σκέφτεται «δεν τα καταφέρνω ποτέ», ο θεραπευτής το καθοδηγεί να το μετατρέψει σε «αυτή τη φορά δυσκολεύτηκα, αλλά μπορώ να δοκιμάσω αλλιώς». Επιπλέον, δραστηριότητες όπως επιτραπέζια παιχνίδια που απαιτούν αλλαγή στρατηγικής (π.χ. Uno, Jenga) ή παιχνίδια ρόλων («Τι θα έκανες αν ήσουν ο δάσκαλος;») ενισχύουν την ευελιξία τόσο σε γνωστικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

Η γνωστική ευελιξία επηρεάζει σημαντικά και την ψυχοκοινωνική λειτουργικότητα. Παιδιά με ΔΕΠ-Υ δυσκολεύονται να μπουν στη θέση του άλλου ή να αλλάξουν στάση σε μια διαφωνία (Martel, 2009). Έτσι, μια μικρή διαμάχη με φίλο μπορεί να οδηγήσει σε καβγά, καθώς το παιδί κολλάει στη δική του άποψη. Μέσα από στοχευμένες παρεμβάσεις, μαθαίνει να δοκιμάζει διαφορετικές αντιδράσεις («Αντί να φωνάξω, μπορώ να προτείνω να παίξουμε άλλο παιχνίδι»), γεγονός που βελτιώνει τις κοινωνικές του σχέσεις.

Η Σχέση Γνωστικής Ευελιξίας και Ενσυναίσθησης

Η γνωστική ευελιξία δεν επηρεάζει μόνο τη μάθηση και τη συμπεριφορά αλλά και την ικανότητα ενσυναίσθησης. Για να μπορέσει ένα παιδί να κατανοήσει την οπτική του άλλου, χρειάζεται να «αποδεσμευτεί» από τη δική του άποψη και να μεταβεί σε μια εναλλακτική προοπτική — μια διαδικασία που προϋποθέτει ευελιξία στη σκέψη (Decety & Meyer, 2008).

Παιδιά με ΔΕΠ-Υ, λόγω της ακαμψίας στη γνωστική τους λειτουργία, συχνά δυσκολεύονται να μπουν στη θέση του άλλου ή να αναγνωρίσουν διαφορετικά συναισθήματα και προθέσεις. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνικές συγκρούσεις, παρεξηγήσεις ή δυσκολίες στη διατήρηση φιλικών σχέσεων (Martel, 2009).

10 Βιωματικά Εργαστήρια για Γονείς | Κύκλος βιωματικών εργαστηρίων ψυχοεκπαίδευσης και ενδυνάμωσης γονέων Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR

Μέσα από δραστηριότητες που καλλιεργούν τόσο τη γνωστική ευελιξία όσο και την ενσυναίσθηση (π.χ. παιχνίδια ρόλων, ιστορίες όπου εξετάζονται πολλαπλές οπτικές, συζητήσεις για συναισθήματα), το παιδί μαθαίνει να σκέφτεται όχι μόνο «πώς αλλιώς μπορώ να λύσω το πρόβλημα;» αλλά και «πώς μπορεί να νιώθει ο άλλος;». Έτσι, η ευελιξία στη σκέψη γίνεται γέφυρα προς τη συναισθηματική κατανόηση.

Συμπέρασμα

Η γνωστική ευελιξία δεν είναι απλώς μια δεξιότητα σκέψης· είναι θεμέλιο της μάθησης, της συμπεριφοράς και της κοινωνικής ζωής. Στη ΔΕΠ-Υ, όπου η ακαμψία συχνά αποτελεί εμπόδιο, η ενίσχυση της ευελιξίας μπορεί να λειτουργήσει προστατευτικά, μειώνοντας τις συγκρούσεις, ενισχύοντας τη σχολική επίδοση και βελτιώνοντας την αυτοεκτίμηση.

Η κατανόηση της σημασίας της και η ενσωμάτωση στρατηγικών για την καλλιέργειά της αποτελούν ουσιαστικό βήμα για τη στήριξη παιδιών και εφήβων με ΔΕΠ-Υ τόσο στο σχολείο όσο και στην καθημερινή τους ζωή. 


Βιβλιογραφία

American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders (5th ed.). Washington, DC: Author.

Barkley, R. A. (2014). Attention-deficit hyperactivity disorder: A handbook for diagnosis and treatment (4th ed.). New York: Guilford Press.

Diamond, A. (2013). Executive functions. Annual Review of Psychology, 64, 135–168.

Martel, M. M. (2009). Research review: A new perspective on attention-deficit/hyperactivity disorder: Emotion dysregulation and trait models. Journal of Child Psychology and Psychiatry, 50(9), 1042–1051.

Willcutt, E. G., Doyle, A. E., Nigg, J. T., Faraone, S. V., & Pennington, B. F. (2005). Validity of the executive function theory of ADHD: A meta-analytic review. Biological Psychiatry, 57(11), 1336–1346.

Decety, J., & Meyer, M. (2008). From emotion resonance to empathic understanding: A social developmental neuroscience account. Development and Psychopathology, 20(4), 1053–1080.

 

 

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Ιωάννα Δημητριάδου: έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στον επαγγελματικό κατάλογο ειδικών παρέχονται από τους ίδιους τους ειδικούς, κατά την εγγραφή τους στο σύστημα. Όταν βλέπετε την ένδειξη «έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology”, σημαίνει ότι το Psychology έχει ελέγξει, με email, τηλεφωνικά ή/και με λήψη των σχετικών εγγράφων, τα ακόλουθα στοιχεία:

  • Ότι ο ειδικός είναι υπαρκτό πρόσωπο.
  • Ότι τα πτυχία οι τίτλοι και οι εξειδικεύσεις που αναφέρει είναι αληθινά.
  • Ότι οι πληροφορίες που αναφέρει ισχύουν.

Ψυχολόγος - Ειδική Παιδαγωγός. Εξειδίκευση στη Δυσλεξία, στη ΔΕΠ-Υ και στις Μαθησιακές Διαταραχές, PgD
Συμβουλευτική Υποστήριξη & Ψυχοεκπαίδευση Γονέων (CBT) / Συγγραφέας στην Upbility Publications | Μέλος της British Psychological Society, GMBPsS, GBC (#507984), Μέλος του British Dyslexia Association