Ακρόαση άρθρου......

«Γιατί δεν πήγες στο ραντεβού σου;» 
«Γιατί θίχτηκε η περηφάνεια μου.» 
«Είναι πιο σημαντική η περηφάνεια από την όρασή σου;» 
«Ναι.»

Αυτή η στιχομυθία με ακολουθεί μέρες. Έρχεται και επανέρχεται στο μυαλό μου σαν ένα μικρό, χαμηλό κύμα που δεν λέει να σβήσει.

Η στιγμή της άρνησης

Ο άνθρωπος που μου την είπε κινδυνεύει να χάσει την όρασή του. Για μήνες ερχόταν στο γραφείο και έλεγε «δεν βλέπω τίποτα», «η όρασή μου είναι τόσο χάλια που δεν μπορώ να αυτοεξυπηρετηθώ», «αν δεν πάω στον γιατρό φοβάμαι μήπως με χτυπήσει κάποιο αυτοκίνητο, ξεχωρίζω μόνο φώτα».

Κάποια στιγμή, με πολλή προσπάθεια από αρκετούς ανθρώπους γύρω του, κλείστηκε ένα ραντεβού σε οφθαλμίατρο. Ένα απλό, βασικό ραντεβού, που όμως εδώ είναι πολύ δύσκολο και χρονοβόρο να βρεθεί. Κι όμως, την ημέρα εκείνη του ραντεβού ο άνθρωπος αυτός αποφάσισε να μην πάει.

Είχε προηγηθεί ένας καβγάς, σε έναν διάδρομο υπηρεσίας, με άλλους ωφελούμενους που βρίσκονται κι αυτοί σε δύσκολες φάσεις της ζωής τους. Υπήρξε ένταση. Ειπώθηκαν λόγια βαριά και οριακά πιάστηκαν στα χέρια. Κάποιοι εργαζόμενοι εκεί, με τρόπο πιο αυστηρό απ’ όσο ίσως άντεχε εκείνη τη στιγμή, του θύμισαν ότι πρέπει να ακολουθεί βασικούς κανόνες, αν θέλει να συνεχίσει να λαμβάνει υπηρεσίες. Του είπαν ότι δεν μπορεί να συμπεριφέρεται έτσι. Το αν είχαν δίκαιο ή άδικο και αν ο τρόπος ήταν ο κατάλληλος για εκείνη τη δεδομένη στιγμή, δεν έχει και πολλή σημασία τώρα.

Το αποτέλεσμα ήταν ένα: θίχτηκε. Ένιωσε ότι δεν τον καταλαβαίνουν. Κι έτσι, δεν πήγε στο ραντεβού. Όχι γιατί βαριόταν. Όχι γιατί δεν ήθελε βοήθεια. Αλλά γιατί, όπως μου είπε, ένιωσε πως η περηφάνεια του πληγώθηκε. Και μπροστά σ’ αυτό, η ανάγκη για όραση ήρθε δεύτερη.

Και εγώ έμεινα να αναρωτιέμαι...

Τι είναι τελικά η περηφάνεια; Πού πατάει μέσα μας και γίνεται πιο δυνατή από τον φόβο του να χάσουμε κάτι τόσο βασικό όσο την όρασή μας; Μπορεί να είναι πιο σημαντική από το φως, από την επαφή, από την ίδια τη συνέχεια της ζωής; Και γιατί;

Όταν η περηφάνεια γίνεται το τελευταίο καταφύγιο

Ίσως, για κάποιους ανθρώπους, η περηφάνεια να είναι το τελευταίο που τους έχει απομείνει. Όταν έχουν χαθεί πολλά —σπίτι, εργασία, σχέσεις, εμπιστοσύνη, σταθερότητα, υγεία— κάτι πρέπει να μείνει που να λέει: «είμαι ακόμα εδώ, έχω κάτι δικό μου».

Κύκλος Σεμιναρίων για την Κακοποίηση, Ενδοοικογενειακή Βία | Παιδική Κακοποίηση | Κακοποίηση Ζώων | Κακοποίηση Ηλικιωμένων | Ψηφιακή Βία & Εγκλήματα στον Κυβερνοχώρο
Εισηγήτρια: Όλγα Τζουραμάνη, Εγκληματολόγος, Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια
. Early Bird Εγγραφές: έως 30 Απριλίου 2025

Κάτι που να μην μπορεί να το αγγίξει ή να το πάρει κανείς, κάτι που το ορίζουν οι άνθρωποι μόνοι τους, ακόμα κι αν προς τα έξω φαίνεται παράλογο. Και πολλές φορές, αυτό το «κάτι» θα μπορούσε απλά να ονομάζεται περηφάνεια. Βέβαια, δεν είμαι σίγουρη αν τείνουμε να συγχέουμε πολιτισμικά την περηφάνεια με την αξιοπρέπεια, ούτε αν καλά καλά υπάρχει διαφορά μεταξύ τους. 

Η περηφάνεια δεν νοείται ως αλαζονεία, αλλά ως ένας εσωτερικός τρόπος υπενθύμισης πως δεν είσαι διαλυμένος. Ότι μπορεί να μην σου έχει μείνει τίποτα, αλλά έχεις ακόμα κάτι δικό σου. 

Η παράδοξη δύναμη μιας εσωτερικής φλόγας

Φαίνεται πως για κάποιους από εμάς αυτή η κατανόηση της περηφάνειας είναι αρκετά αληθινή κι υποθέτω πως αυτό συμβαίνει, γιατί εκείνη τη στιγμή, το να πας στο ραντεβού μοιάζει με παραδοχή ήττας.

Μοιάζει σαν να αφήνεις πίσω μια τελευταία σπίθα δύναμης κι αυτονομίας. Και αυτή η σπίθα —πες την περηφάνεια, πες την αξιοπρέπεια, πες την πείσμα ή πες την προσπάθεια να ορίσεις εσύ τον εαυτό σου— γίνεται ιερή. Αδιαπραγμάτευτη.

Κι έτσι, σε μια παράδοξη αντιστροφή, η περηφάνεια που υποτίθεται μας κρατά όρθιους, γίνεται αυτή που μας απομακρύνει από τη φροντίδα, από τη θεραπεία, από την ίδια τη δυνατότητα να συνεχίσουμε να βλέπουμε. 

Στις Σκιές του Έρωτα, για τους αιρετικούς της αγάπης , του Πέτρου Θεοδώρου, από τις Εκδόσεις PSYCHOLOGY.GR:  Μια υπαρξιακή προσέγγιση για τον Ερωτα, την αγάπη, τον σεξουαλικό πόθο.

Κάπου εκεί είναι που αρχίζει το γνωστό παράδοξο της «παθολογίας», που πρακτικά αποτυπώνεται στην προσπάθεια του οργανισμού να προστατευθεί από κάτι εξωτερικό (στην προκειμένη περίπτωση στην απώλεια της περηφάνειας), χρησιμοποιώντας κάθε απόθεμα που έχει διαθέσιμο, ακόμα κι αν αυτό είναι η ίδια του η όραση.

Με αυτόν τον τρόπο, η περηφάνεια αποκομμένη από το υπόλοιπο σύστημα, εμφανίζεται φαινομενικά ως μια αυτοκαταστροφική στάση που μπορεί να τυφλώσει, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Να σε κάνει να μη βλέπεις καθαρά — ούτε τον εαυτό σου, ούτε τους άλλους, ούτε τι πραγματικά έχει σημασία. 

Σ’ αυτό το σημείο είναι που αρχίζει να θολώνει η γραμμή μεταξύ των ανθρώπων που προσπαθούν να επικοινωνήσουν, πόσο μάλλον όταν η επικοινωνία ή ο ρόλος τους είναι επιφορτισμένη με ρόλο φροντιστικό και θεραπευτικό:

Είναι η περηφάνεια κομμάτι από την αξιοπρέπεια του ατόμου και αναφαίρετο δικαίωμά του να γίνει σεβαστή ή γίνεται παγίδα από την οποία πρέπει πάση θυσία να τον σώσουμε; Είναι κάτι που μπορεί να σταθεί μόνο του ή κουβαλά μέσα του και πείσμα και θυμό και πίκρα; Πότε είναι αρετή, και πότε γίνεται αυτοκαταστροφή;

Ερωτήσεις που ανοίγουν δρόμους

Αν διάβασες μέχρι εδώ, θα ήθελα να σου πω κρυφογελώντας πως εννοείται ότι δεν έχω απάντηση. Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν μπορείς να πεις σε έναν άνθρωπο «άσε την περηφάνεια σου στην άκρη» χωρίς να του τραβήξεις το έδαφος κάτω από τα πόδια, έστω και άθελά σου.

Αν δεν ξέρεις τι κρατάει μέσα της αυτή η περηφάνεια, τι προστατεύει, τι φοβάται, τι θυμάται — τότε καλύτερα να μην την ακουμπήσεις καθόλου. Υπάρχουν πάντα άλλοι δρόμοι να φτάσουμε στο αποτέλεσμα που θέλουμε, αν και εφόσον αυτό το αποτέλεσμα είναι κοινή επιθυμία. Άλλωστε, όπως λέει και μια παροιμία, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη Ρώμη (αν φυσικά θέλεις να πας εκεί, θα προσθέσω εγώ).

Ολοκληρώνοντας, αυτό που μένει μέσα μου δεν είναι η ανάγκη να "διορθώσουμε" την περηφάνεια — αλλά να τη σεβαστούμε. Να της δώσουμε χώρο χωρίς να την αφήσουμε να μας περιορίσει και να αναγνωρίσουμε ότι για τους ανθρώπους γύρω μας, ανεξάρτητα από την κατάσταση στην οποία βρίσκονται, το να κρατούν ακόμη ένα μικρό κομμάτι ελέγχου στη ζωή τους είναι πιο σημαντικό από το να σώσουν κάτι που, στα δικά μας μάτια, μοιάζει αδιαπραγμάτευτο.

Αν λάβουμε υπόψη τον τρίτο νόμο του Νεύτωνα περί δράσης-αντίδρασης, είναι πολύ πιθανό να χρειάζεται να αλλάξουμε κι εμείς τον τρόπο μας. Να αφήσουμε για λίγο στην άκρη το «σωστό» και το «λάθος», και αντί να εξηγούμε ή να πείθουμε, να ρωτάμε — ήσυχα, διακριτικά, αληθινά:

Τι θα έλεγες σε κάποιον που αγαπάς, αν βρισκόταν στην ίδια θέση με σένα;
Πώς θα ήθελες να νιώθεις όταν παίρνεις αποφάσεις που σε αφορούν;

Αν μπορούσε να αρχίσει ξανά αυτή η μέρα, τι διαφορετικό θα ήθελες να έχει συμβεί ώστε να μπορείς να πας στο ραντεβού χωρίς να νιώθεις ότι χάνεις κάτι από σένα; 

Ίσως τελικά δεν ήταν θέμα επιλογής ανάμεσα στην περηφάνεια και την όραση.

Ίσως ήταν θέμα να βρεθεί ένας τρόπος, ώστε το φως να περνάει κι από εκεί — από τα πιο σκληρά, τα πιο πεισματικά, τα πιο ανθρώπινα σημεία μας. Γιατί η περηφάνεια, όπως και το φως, μπορεί να θαμπώσει ή να φωτίσει. 

Το πού κοιτάζει κανείς, και πώς, ίσως κάνει όλη τη διαφορά.

 

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Αγγελίνα Μητσάκη - Ψυχολόγος

Αγγελίνα Μητσάκη: έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στον επαγγελματικό κατάλογο ειδικών παρέχονται από τους ίδιους τους ειδικούς, κατά την εγγραφή τους στο σύστημα. Όταν βλέπετε την ένδειξη «έχει επιβεβαιωθεί από το Psychology”, σημαίνει ότι το Psychology έχει ελέγξει, με email, τηλεφωνικά ή/και με λήψη των σχετικών εγγράφων, τα ακόλουθα στοιχεία:

  • Ότι ο ειδικός είναι υπαρκτό πρόσωπο.
  • Ότι τα πτυχία οι τίτλοι και οι εξειδικεύσεις που αναφέρει είναι αληθινά.
  • Ότι οι πληροφορίες που αναφέρει ισχύουν.

Η πορεία μου ως ψυχολόγος καθοδηγείται από μια βαθιά δέσμευση στην κατανόηση και βελτίωση της ανθρώπινης εμπειρίας μέσα από πολιτισμικά ευαίσθητες προσεγγίσεις. Είμαι κάτοχος πτυχίου Ψυχολογίας του E-Campus Università (Novedrate, Ιταλία) και αυτή τη στιγμή ακολουθώ μεταπτυχιακές σπουδές στην Κλινική και Δυναμική Ψυχολογία. Η εκπαίδευσή μου περιλαμβάνει ένα ολοκληρωμένο τετραετές πρόγραμμα στη συστημική θεραπεία και συμβουλευτική