Η ερώτηση «είσαι καλά;» μοιάζει να έχει χάσει τον ρόλο της ως πραγματικό κάλεσμα. Λειτουργεί περισσότερο ως τύπος, ως φόρμα. Σπάνια συνοδεύεται από γνήσιο ενδιαφέρον, ακόμη σπανιότερα από χώρο για μια ειλικρινή απάντηση. Στην καθημερινή συνδιαλλαγή, «είμαι καλά» είναι αυτό που οφείλει κανείς να απαντήσει – όχι επειδή το νιώθει, αλλά επειδή αυτό επιτρέπεται.
Η πίεση να είμαστε καλά: Ψυχικοί μηχανισμοί και κοινωνικές απαιτήσεις
Η κοινωνική συνθήκη που έχει διαμορφωθεί ευνοεί την επίφαση. Η ανάγκη να παρουσιάζουμε τον εαυτό μας ως σταθερό, λειτουργικό, θετικό, δεν πηγάζει μόνο από την επιθυμία αποδοχής, αλλά και από τη συλλογική δυσανεξία απέναντι στην αλήθεια του ευάλωτου. Όταν το «δεν είμαι καλά» βιώνεται ως απειλή, η εσωτερίκευση του «είμαι καλά» γίνεται μηχανισμός επιβίωσης.
Η έννοια της ψευδούς εαυτότητας, όπως διατυπώθηκε από τον D.W. Winnicott (1965), περιγράφει αυτή ακριβώς τη διαδικασία: την αναγκαστική προσαρμογή του υποκειμένου σε εξωτερικές απαιτήσεις, εις βάρος της αυθεντικότητας. Ο ψευδής εαυτός δεν είναι ψέμα, αλλά μια μορφή επιβίωσης, όταν το περιβάλλον δεν μπορεί να αντέξει την αλήθεια.
Αυτή η προσαρμογή δεν είναι απαραίτητα συνειδητή. Συχνά, δομείται από πολύ νωρίς στη ζωή, όταν το παιδί μαθαίνει να κρύβει τις ανάγκες του για να διατηρεί τη φροντίδα του άλλου.
Ως ενήλικες, η ίδια δυναμική επαναλαμβάνεται: αποκρύπτουμε την κούραση, την αμφιβολία, τη θλίψη, γιατί αντιλαμβανόμαστε –σωστά ή λάθος– ότι δεν υπάρχει τόπος όπου αυτά μπορούν να υπάρξουν χωρίς να καταρρεύσει κάτι.
Το τίμημα αυτής της απόσυρσης είναι βαθύ. Η αλήθεια του ψυχισμού δεν είναι πάντοτε εύκολη, αλλά η παρατεταμένη αποσιώπησή της οδηγεί σε εσωτερική αποσύνδεση.
Όπως σημειώνει ο Thomas Ogden (1994), η αποστροφή στο αληθινό βίωμα δημιουργεί undreamt dreams – εμπειρίες που δεν έχουν ποτέ ονειρευτεί, δεν έχουν ποτέ αναδυθεί. Κάτι μέσα στο υποκείμενο μένει αβίωτο, καθηλωμένο.
Η πίεση να είμαστε καλά δεν λειτουργεί μόνο εξωτερικά. Γίνεται εσωτερική προσταγή.
Το άτομο μαθαίνει να απορρίπτει την ίδια του την αλήθεια πριν καν διατυπωθεί. Σχηματίζεται έτσι ένα είδος «εσωτερικής λογοκρισίας» που προηγείται της ανάγκης. Δεν είναι ότι δεν λέμε πώς είμαστε – δεν προλαβαίνουμε να το αισθανθούμε.
Η κουλτούρα του “είμαι καλά” και η απουσία του αυθεντικού λόγου
ΚΛΙΝΙΚΗ ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ - Κύκλος Επιμορφωτικών Σεμιναρίων για Ειδικούς Ψυχικής Υγείας | Διοργάνωση: PYCHOLOGY.GR | Εισηγήτρια: Χριστίνα Βαϊζίδου, ψυχίατρος - ψυχοθεραπεύτρια. Έκπτωση 50% για πρόωρη εγγραφή.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το «είμαι καλά» γίνεται όχι απλώς δήλωση, αλλά καθήκον. Μια ταυτότητα λειτουργική, η οποία ενισχύεται από τις πολιτισμικές αφηγήσεις της δύναμης, της αυτονομίας, της αυτάρκειας. Ο λόγος του «δυνατού» αντικαθιστά τη δυνατότητα του «ανθρώπινου». Και η ευαλωτότητα αποσύρεται από τον δημόσιο χώρο.
Η συνέπεια αυτής της επίφασης είναι η συναισθηματική απομόνωση. Όχι απαραίτητα η μοναξιά, αλλά μια βαθύτερη αίσθηση αδυναμίας να συναντηθείς πραγματικά. Όπως γράφει ο D. Laing (1961), η απώλεια του αυθεντικού διαλόγου οδηγεί στην απώλεια του εαυτού μέσα στη σχέση. Δεν υπάρχει ανταλλαγή, αλλά σχήματα – κοινωνικά, επαγγελματικά, ακόμη και προσωπικά.
Η θεραπευτική σχέση, όταν είναι αληθινά υποδεχτική, προσφέρει έναν τόπο απαλλαγμένο από αυτό το βάρος. Είναι ένας από τους λίγους χώρους όπου το «δεν είμαι καλά» δεν προκαλεί απόσταση. Αντιθέτως, γίνεται αρχή σχέσης.
Η αναγνώριση της αλήθειας –όχι ως εξομολόγηση αλλά ως παρουσία– μπορεί να δημιουργήσει μια συνθήκη ασφάλειας στην οποία η υποκειμενικότητα αναδύεται χωρίς φόβο.
Σε αυτό το σημείο, η διαφορά ανάμεσα στην ψυχική ανθεκτικότητα και την επιμελημένη εικόνα της σταθερότητας γίνεται κρίσιμη.
DIGITAL BRANDING ΓΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ: Βέλτιστες Πρακτικές και Εργαλεία, Διαχείριση διαδικτυακής παρουσίας | Ολοκληρωμένος κύκλος επιμορφωτικών σεμιναρίων, 12 εβδομάδων, για το χτίσιμο του διαδικτυακού προφίλ ψυχολόγων | Έκπτωση 50% για πρόωρη εγγραφή | Διοργάνωση: PSYCHOLOGY.GR
Η ανθεκτικότητα δεν είναι η άρνηση της ευαλωτότητας. Είναι η δυνατότητα να κινηθεί κανείς μέσα στην ευαλωτότητα χωρίς να καταρρεύσει. Και αυτό δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ψυχικό χώρο που να την αντέχει.
Η απόσυρση της αλήθειας από τον λόγο, δεν σημαίνει απουσία αλήθειας. Σημαίνει πως η αλήθεια κατοικεί αλλού – στο σώμα, στα συμπτώματα, στην έλλειψη επιθυμίας. Ο λόγος δεν έχει χαθεί, έχει μετακινηθεί. Και η θεραπευτική δουλειά είναι να επιτρέψει την επιστροφή του, όχι ως αποκάλυψη, αλλά ως εμπειρία που μπορεί να συνυπάρχει με τον άλλο.
Η κουλτούρα του «είμαι καλά» δεν είναι κακόβουλη. Είναι συλλογικά αμυντική. Αναδύεται από τον φόβο της αποδιοργάνωσης, της εξάρτησης, της αβεβαιότητας. Αλλά για να διαλυθεί, δεν χρειάζεται αντιπαράθεση. Χρειάζεται άλλη γλώσσα. Μια γλώσσα πιο ήσυχη, λιγότερο βιαστική, πιο πρόθυμη να παραμείνει.
Βιβλιογραφία:
Laing, R.D., 1961. The Self and Others. London: Tavistock.
Leader, D., 2008. The New Black: Mourning, Melancholia and Depression. London: Penguin.
Ogden, T., 1994. Subjects of Analysis. London: Karnac Books.
Winnicott, D.W., 1965. The Maturational Processes and the Facilitating Environment. London: Hogarth Press.
Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου
Κλινική Ψυχολόγος,
Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεύτρια - Ομαδική Αναλύτρια