Ακρόαση άρθρου......

«Φύγε Στέλλα, κρατάω μαχαίρι…»
Η «Στέλλα» του Ιάκωβου Καμπανέλλη ως σύμβολο αυτοπροσδιορισμού της γυναικείας ταυτότητας.Το Θεσσαλικό Θέατρο ανεβάζει τη φετινή θεατρική περίοδο το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια».

Το κείμενο υπήρξε η βάση για το σενάριο της κινηματογραφικής «Στέλλας» με τη Μελίνα Μερκούρη, ένα σενάριο που, όπως αναφέρεται στο πρόγραμμα του θεσσαλικού θεάτρου «προηγείται της εποχής του και φτάνει σε μας ανατριχιαστικά  σύγχρονο, μιας και το αίτημα της ατομικής ελευθερίας, ιδιαίτερα της γυναίκας σήμερα, ακυρώνεται απ’ τη βία που ασκείται απέναντί της. Η αντίφαση ελευθερία και δέσμευση στις ανθρώπινες σχέσεις και κυρίως στον έρωτα μοιάζει αιώνια και άλυτη».

Το έργο, όπως συνεχίζει να αναγράφεται στο πρόγραμμα, «αναφέρεται στη Στέλλα, η οποία τραγουδάει στην ταβέρνα της Μαρίας μαζί με την Αννέτα. Η Μαρία, αν και μια γυναίκα τσακισμένη, τις προστατεύει σα μάνα.
Η Στέλλα διεκδικεί παθιασμένα την ελευθερία της, αλλά όταν ερωτεύεται το Μίλτο, δέχεται να τον παντρευτεί  από φόβο μην τον χάσει. Όταν όμως φτάνει η ώρα του γάμου δεν μπορεί να κάνει το μεγάλο βήμα και φεύγει. Ακολουθεί η καταστροφή».

Το έργο πλαισιώνουν ένας παρηκμασμένος μουσικός που είχε άλλα όνειρα για τη ζωή του, αλλά «κατάντησε» να παίζει στην «περιθωριακή» ταβέρνα της Μαρίας, ο Μήτσος που είναι σερβιτόρος στην ίδια ταβέρνα και εκφράζει το βιοπαλαιστή νέο που ακολουθώντας τις εντολές του πατέρα του πνίγει τα όνειρά του σερβίροντας μεθυσμένους, του Αλέκου ενός νέου γιατρού, ο οποίος βγαίνοντας από τις συμβάσεις του δικού του πλαισίου, ερωτεύεται παράφορα την Στέλλα, μα δεν μπορεί να υπηρετήσει ως τέλους την αντισυμβατικότητά του, ζητώντας από την Στέλλα να τον ακολουθήσει στο δικό του τρόπο ζωής και τέλος την μητέρα του Μίλτου, μια πονεμένη χήρα που μεγαλώνει με ήθος και ντομπροσύνη το γιο της και διαβλέπει στα μάτια της Στέλλας τον κίνδυνο του πόθου για την ελευθερία.

Η νοηματοδότηση της ζωής

Όλοι θαυμάζουν την Στέλλα, μα όταν αυτή γίνεται μέρος της ζωής τους, όλοι θέλουν να την αλλάξουν. Η γυναίκα αυτή έχει κάτι μαγικό, κάτι που το επιθυμούν και ταυτόχρονα το φοβούνται όλοι οι άνθρωποι γύρω της: διεκδικεί με πάθος το αίσθημα της ελευθερίας. Αυτή η ελευθερία είναι που νοηματοδοτεί τη ζωή και το θάνατο στο έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, ο οποίος «μέσα από τον καμβά του μελοδράματος εστιάζει στο θέμα του αυτοπροσδιορισμού του ανθρώπου και κυρίως της γυναίκας και τους καταναγκασμούς των κοινωνικών ρόλων».

Τα υπαρξιακά νοήματα

Η εποχή που γράφει το έργο τοποθετείται στην κατεστραμμένη μετεμφυλιακή Ελλάδα, μια χώρα που όπως και σήμερα, έπειτα από μια μακρόχρονη «ομηρία», βρίσκεται να αναμετράται με τα δεινά της και να αναζητά μια νέα ταυτότητα, πάνω στα ερείπια της παλιάς. Οι μεταβατικές αυτές φάσεις δημιουργούν κοινωνικές ρωγμές, οι οποίες καθίστανται ικανές να κάνουν κάποιους ανθρώπους να αναρωτιούνται για πιο βαθιά υπαρξιακά νοήματα, όπως αυτό της ελευθερίας, της προσωπικής βούλησης και του αυτοπροσδιορισμού.

Αν το πρόταγμα ενός πολέμου ή μιας οικονομικής κρίσης είναι ο αγώνας για την επιβίωση, το νόημα της «απελευθέρωσης» έγκειται στη διαμόρφωση του ελεύθερου ανθρώπου. Σε αυτό το ζήτημα όμως, όπως λέει ο ψυχίατρος Δημήτρης Καραγιάννης, οι Έλληνες γνωρίζουμε πολύ καλά να κάνουμε απελευθερωτικούς αγώνες, αλλά όχι τον τρόπο να ζούμε ελεύθεροι.

Η ελευθερία θέλει αρετή και τόλμη, θέλει υπερηφάνεια και σύνεση, τα υλικά της όμως δύσκολα συνυφαίνονται με τον άνθρωπο και τις κοινωνικές του κατασκευές.

Είναι δύσκολο το εγχείρημα να νιώθει κανείς ελεύθερος και παράλληλα να νιώθει ότι «ανήκει», ένα πάντρεμα που συνιστά και το πρόταγμα της σημερινής εποχής. Είναι το μεγαλύτερο ίσως ζήτημα που φέρνει έναν άνθρωπο και στο κατώφλι της ψυχοθεραπείας, όποιο δηλαδή κι αν είναι το αρχικό του αίτημα, πίσω από αυτό βρίσκεται η ανάγκη και επιθυμία του να ζήσει ελεύθερος.

Η υπαρξιακή αγωνία

Άστο γι’ αύριο! Ξεπερνώντας την αναβλητικότητα στο χώρο εργασίας
Το διαδικτυακό σεμινάριο διοργανώνεται από το PSYCHOLOGY.GR, με εισηγήτρια την ψυχολόγο – ψυχοθεραπεύτρια, Άρτεμις Αντωνίου.

Στην συγκεκριμένη παράσταση του Θεσσαλικού θεάτρου η απόδοση των χαρακτήρων στους ρόλους του έργου μοιάζει σαν μια ψυχαναλυτική διείσδυση στην υπαρξιακή αυτή αγωνία των ανθρώπων να συνταιριάξουν τον εαυτό τους με την κοινωνική πραγματικότητα. Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού έναντι και ενάντια στους κοινωνικούς καταναγκασμούς (γυναικών και αντρών, διότι ακόμα και ο Μίλτος υπόκειται στους καταναγκασμούς του κοινωνικού πλαισίου, πολύ δε περισσότερο η Στέλλα), διατρανώνεται στη σκηνοθετική ματιά με διαύγεια, καθαρότητα και τραγικότητα, σε μια διαλογική συνάντηση με το τραγικό, άρα παράλογο, τίμημα για την ελευθερία, που επιλέγει ο συγγραφέας του κειμένου Ιάκωβος Καμπανέλλης.

Μπροστά στην ελευθερία το βλέμμα φεύγει από τα πρόσωπα και τους ρόλους και εστιάζει στον ψυχισμό των ανθρώπων, οι οποίοι παύουν να ταυτοποιούν τον εαυτό τους μόνο μέσα στο κάδρο των κοινωνικών τους ρόλων και επιθυμούν να τον αντιληφθούν με ενδο-ψυχικούς όρους. Στην τομή του ενδο-ψυχικού με το κοινωνικό το πρόσωπο έρχεται αντιμέτωπο με τις δικές του αντιφάσεις, συγκρούσεις, τα δικά του θέλω και τα πρέπει και προσπαθεί να κάνει τις δικές του συνθέσεις στο συνεχές της ζωής του.

Ακολουθώντας λοιπόν το νήμα του ψυχισμού του κάθε ρόλου παρακολουθούμε τις ορατές αλλά και αθέατες τους πλευρές, όπως αυτές αναδύονται:

  • στο ανυπότακτο πνεύμα της Στέλλας, ως μοιραία συνθήκη ενός ανθρώπου που δεν χωρά στο πλαίσιο που ανήκει, διεκδικώντας ένα νέο που δεν υπάρχει ή που δεν το έχει βρει ακόμη,
  • στην ανάγκη του Μίλτου να υπηρετεί τους κώδικες τιμής που επιβάλλει η κοινωνία στους άντρες, παράλληλα με την επιθυμία του να ζήσει έξω από τους καταναγκασμούς. Ο Μίλτος είναι ο άντρας που έμαθε να είναι αλύγιστος και τρυφερός συνάμα, συμβολίζοντας τον ψυχισμό ενός άντρα -τόσο παλιού και σύγχρονου συνάμα- που μεταβάλλεται από κυριαρχικός σε αδύναμος και το αντίστροφο
  • στη ματαίωση των ονείρων, η οποία είναι ζωγραφισμένη στις σιωπές, στα μάτια και τις αφηγήσεις του μουσικού, ο οποίος περιγράφει παλιές δόξες που έχει ζήσει, σαν κουφάρια μιας ζωής που του άξιζε να ζήσει μα δεν τόλμησε να διεκδικήσει,
  • στο ανεκπλήρωτο αίσθημα της αυτοπραγμάτωσης, μέσα από την Μαρία που αναλαμβάνει το ρόλο της μάνας για τα «κορίτσια» της. Ενός επίσης τραγικού ρόλου που δείχνει την ζώσα επιθυμία μιας γυναίκας που θέλει να ζήσει, να ερωτευτεί, να γίνει μητέρα, αλλά η ζωή της κρυφογελά και κοιτά αλλού,
  • στην επιρροή του γονεϊκού πλαισίου που μοιραία κλειδώνει την προσωπικότητα και τις επιλογές ορισμένων ανθρώπων, όπως του Μήτσου που «θυσιάζει» τη ζωή του για την επιβίωση, αλλά και του Αλέκου που μοιραία προσπάθησε να φύγει από τις εντολές του δικού του πλαισίου, αγαπώντας μια γυναίκα που δεν άρμοζε στην τάξη του, πληρώνοντας κι εκείνος αυτό το τίμημα με τη ζωή του, μια και σκοτώνεται σε ένα τροχαίο δυστύχημα που μοιάζει με αυτοκτονία,
  • στα συναισθήματα -εδώ του φόβου και του πόνου- που κουβαλάμε οι άνθρωποι ως καθοριστικούς παράγοντες που διαμορφώνουν την προσωπικότητά μας, μέσα από την εικόνα της «σκληρής» και ντόμπρας πεθεράς, η οποία κουβαλά έναν ενεργό φόβο, φωλιασμένο στα πονεμένα κατάβαθα της ψυχής της. «Σε φόβισα, γιατί σε φοβήθηκα» λέει στη Στέλλα σε μια προσπάθεια να της πει τα ανείπωτα: αυτή είναι η μοίρα των γυναικών κι αν είναι να πας κόντρα στο ρεύμα κοίτα να μην σε παρασύρει, «να είσαι περήφανη, άλλα όσο πρέπει» είναι τα σταράτα, αλλά γεμάτα αγωνία λόγια στη μέλλουσα νύφη της, τα λόγια που παράλληλα απευθύνει και στο δικό της εαυτό,
  • στην ασημαντότητα και τη δυστυχία που κρύβει η συμβατική θέση της Αννέτας, όπου η σύμβαση την παγιδεύει στη μοίρα της, σε μια άτολμη θέση που δεν της επιτρέπει να ονειρευτεί, παρά μόνο να ζηλεύει την «ανυπότακτη» Στέλλα.

Οι εσωτερικές φωνές και το πρόταγμα της ελευθερίας

Όλοι οι ρόλοι κινούνται γύρω από την ανυπότακτη, θαρραλέα και ριψοκίνδυνη Στέλλα, σαν να μας υπενθυμίζει ο συγγραφέας πως όλες οι εσωτερικές μας φωνές κινούνται γύρω από το πρόταγμα της ελευθερίας. Σαν αυτή -η Στέλλα, ως ενσάρκωση της ελευθερίας- να φωτίζει τις ζωές όλων, να γίνεται ο πόθος, η χαρά, ο φόβος και ο πόνος τους.

Αυτό που επιθυμούσανε οι άντρες από τη Στέλλα, ήταν αυτό ακριβώς που θέλανε μετά να της αφαιρέσουν, την αντισυμβατικότητά της.  Ερωτεύονται οι άνθρωποι αυτό που επιθυμούν να στερηθούν, γοητεύονται από αυτό που θα τους απογοητεύσει, σε ένα αέναο παιχνίδι αναμονής της αυτοπραγμάτωσης μέσα από το βλέμμα του άλλου. Η Στέλλα όμως μας υπενθυμίζει πως η ελευθερία είναι μια ατομική και εσωτερική υπόθεση και αυτή την ελευθερία, όσο την κατακτάς, έχεις να δώσεις στον άλλο κι όχι τον εαυτό σου.

Δυστυχώς δεν διάλεξα τους γονείς μου
Σε αυτό το ανατρεπτικό βιβλίο, η έγκυρη κλινική ψυχολόγος Lindsay Gibson αποκαλύπτει την καταστροφική φύση των συναισθηματικά ανώριμων γονέων, τα τοξικά μοτίβα με τα οποία μας έχουν σημαδέψει και μας παρέχει πολύτιμους τρόπους για να θεραπευτούμε

Η ελευθερία θέλει κότσια και ρίσκα, κατακτιέται δύσκολα και σίγουρα δεν μπορείς να την έχεις μέσω των άλλων. Ο καθένας έχει τη δική του κορυφή να κατακτήσει και για να το πετύχει οφείλει να ρισκάρει να επιχειρήσει το ανέβασμα της. Το ρίσκο της Στέλλας, σαν ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ελευθερίας, έχει από πίσω εμπιστοσύνη και σεβασμό στον εαυτό της, έχει πάθος για τη ζωή. Κι όταν εκτιμά κανείς τον εαυτό του και τη ζωή ρισκάρει να χάσει για να κερδίσει, ρισκάρει να αγαπήσει για να αγαπηθεί, ρισκάρει να νιώσει για να τον νιώσουν.

Η Στέλλα θέλει, όμως, να αγαπηθεί σαν πρόσωπο κι όχι σαν ρόλος και αυτό έρχεται σε ρήξη με την κοινωνική της πραγματικότητα, αλλά και με την αδυναμία υπέρβασης της από τον Μίλτο, ο οποίος εν τέλει για να υπερβεί τους καταναγκασμούς του επιλέγει να δώσει ένα τραγικό τέλος. Το τραγικό αυτό τέλος πολλές φορές έρχεται στη ζωή των ανθρώπων ως μια παράλογη λύση, δηλαδή μια λύση που καταλύει την συνειδητή τους συμπεριφορά και την αφήνει έρμαιο στο αδιέξοδο του πάθους τους, το οποίο τελικώς ή θα τους ανυψώσει ή θα τους καταστρέψει.

Ο γυναικείος ψυχισμός

Εν κατακλείδι, η Στέλλα στο επίκεντρο του γυναικείου ψυχισμού, που συνεπαίρνει τους άντρες και εγείρει συναισθήματα θαυμασμού στη Μαρία και ζήλειας στην Αννέτα, είναι μια γυναίκα-σύμβολο που πυροδοτεί τα ίδια συναισθήματα στον ψυχισμό της κάθε γυναίκας που αναμετριέται με τις δικές της αναφορές, αλλά και ευρύτερα του κάθε ανθρώπου που αναρωτιέται για το ποιος είναι, που πάει και γιατί.

Η κάθε εποχή έχει τη δική της «Στέλλα» και όλοι κουβαλούμε μέσα μας τη δική της επιθυμία, με την έννοια πως ο κάθε άνθρωπος είναι φτιαγμένος (είτε το συνειδητοποιεί είτε όχι) να αναρωτιέται για την ύπαρξή του, είναι φτιαγμένος, δηλαδή, για την αναζήτηση της δικής του ελευθερίας.

Συγγραφή - Επιμέλεια Άρθρου

Γιώργος Γιαννούσης - Ψυχοθεραπευτής

Ψυχοθεραπευτής, Οικογενειακός θεραπευτής, Επιστημονικός Υπεύθυνος στο Ινστιτούτο εφαρμοσμένης συμβουλευτικής & ψυχοθεραπείας - ΝΗΜΑ.